Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 14/02/2020.
O Οίκος του Χοεντσόλερν-Ζίγκμαρινγκεν, γερμ. Hohenzollern-Sigmaringen είναι κλάδος του Οίκου των Χοεντσόλερν. Μέλη του Οίκου έγιναν βασιλείς της Ρουμανίας.
Το 1200 δημιουργήθηκε ο κλάδος της Σουαβίας, που παρέμεινε Καθολικός, ενώ ο κύριος κλάδος των Χοεντσόλερν στο Βρανδεμβούργο και την Πρωσία έγιναν Προτεστάντες. Μέλος του κλάδου της Σουαβίας ήταν ο Κάρολος Α΄, κόμης του Χοεντσόλερν, που όταν απεβίωσε το 1579 μοίρασε την κτήση του μεταξύ των τριών γιων του: ο πρώτος έλαβε το Χοεντσόλερν-Χέχινγκεν (Hechingen), o δεύτερος Κάρολος Β΄ το Χοεντσόλερν-Ζίγκμαρινγκεν (Sigmaringen) και ο τρίτος το Χοεντσόλερν-Χάιγκερλοχ (Haigerloch). Ο υποκλάδος Χοεντσόλερν-Χέχινγκεν και ο υποκλάδος Χοεντσόλερν-Χάιγκερλοχ εξέλιπαν το 1869 και το 1634 αντίστοιχα. Έτσι ο υποκλάδος Χοεντσόλερν-Ζίγκμαρινγκεν μετά το 1869 μετονομάστηκε σε Χοεντσόλερν.
Ο υποκλάδος Χοεντσόλερν-Ζίγκμαρινγκεν είχε έδρα το ομώνυμο κάστρο. Το πριγκιπάτο ήταν υποτελές στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους ως το 1806, οπότε ο θεσμός καταργήθηκε, ενώ ως αποτέλεσμα των Ναπολεόντιων πολέμων το 1815 έγινε ανεξάρτητο. Με τις επαναστάσεις του 1848 ο ηγεμόνας Κάρολος εκτοπίστηκε. Ο γιος του Κάρολος Αντώνιος ζήτησε την βοήθεια της Πρωσίας, που έφθασε το επόμενο έτος. Το 1850 υπογράφηκε συνθήκη προσάρτησης στην Πρωσία. Ο Κάρολος Αντώνιος έγινε πρωθυπουργός της Πρωσίας (1858-61) και ο γιος του Κάρολος Α΄ έγινε πρίγκιπας (1866-81) και μετά βασιλιάς (1881-1914) της Ρουμανίας. Οι απόγονοί του τον διαδέχθηκαν στον θρόνο της χώρας.
Nachrichten über die Königliche Stammburg Hohenzollern: Mit 1 lithogr. Plan u. 8 Holzschnitten, Duncker, 1863, p. 64 ff. (Online)
Gustav Schilling: Geschichte des Hauses Hohenzollern, in genealogisch fortlaufenden Biographien aller seiner Regenten von den ältesten bis auf die neuesten Zeiten, nach Urkunden und andern authentischen Quellen, F. Fleischer, 1843, p. 312 ff