Κατά την περίοδο 1928 με 1930, διετέλσε νομάρχης Αττικοβοιωτίας.
Τιμήθηκε με πολλά ελληνικά ανώτατα παράσημα. Σύζυγός του ήταν η Ελένη, το γένος Κορδέλλα. Έγραψε τα έργα «Εκγύμνασις ίππου» (1898), «Ταχεία μέθοδος προς κανονισμόν βολής πυροβολικού» (1900) και «Αναμνήσεις επεισοδίων και γεγονότων εκ των πολέμων μας» (1930).
Εισήλθε στη Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε το 1888 ως ανθυπολοχαγόςπυροβολικού. Μετά την αποφοίτησή του συνέχισε τις σπουδές του στη Γαλλία. Συγκεκριμένα, από το 1889 έως το 1890 υπηρέτησε στο γαλλικό 26ο Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού, από το 1891 έως το 1892 φοίτησε «Σχολή Εφαρμογής Πυροβολικού» στο Φονταινεμπλώ, και εν συνεχεία φοίτησε στην «Σχολή Ιππέων» στην Σομίρ και στην «Ανώτατη Σχολή Πολέμου» (σημ. École spéciale militaire de Saint-Cyr) στο Παρίσι (1893 -1895).[5]
Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, διετέλεσε διαδοχικά διοικητής συντάγματος πυροβολικού, επιτελάρχης του Γ΄ Σώματος Στρατού, καθώς και υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού και Αρχηγός Πυροβολικού Σώματος Στρατού. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πολέμησε στο Μακεδονικό Μέτωπο ως συνταγματάρχης, όταν ανέλαβε διοικητής της 3ης Μεραρχίας με την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Μετά την νικηφόρα προέλαση του Ελληνικού Στρατού μέχρι τα σερβοβουλγαρικά σύνορα κοντά στην σερβική πόλη Πιρότ, προάχθηκε σε υποστράτηγο.
Μετείχε στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Ήταν διοικητής του Α' Σώματος Στρατού στη περιοχή της πόλης Αφιόν Καραχισάρ,[7] όπου ηγείτο τεσσάρων μεραρχιών(1η,4η,5η,12η). Διέταξε υποχώρηση του Σώματός του την δεύτερη μέρα της τουρκικής επιθέσεως της 13 Αυγούστου 1922 βασιζόμενος σε προφορικές αναφορές επιτελών της 4ης Μεραρχίας που παρουσίαζαν ως τραγική την κατάσταση της μονάδος αυτής, τις οποίες αυτός δεν διασταύρωσε και οι ίδιοι μεταπολεμικά αρνήθηκαν[8]. Ηγήθηκε της υποχώρησης μαζί με τον διοικητή του Β΄Σώματος Στρατού και μετά από πορείες και μάχες έξι ημερών, αποκομμένος, κυκλωμένος, χωρίς τροφή, νερό και πολεμοφόδια, παραδόθηκε στις 20 Αυγούστου μαζί με πολλές στρατιωτικές μονάδες[9]. Ο Νικόλαος Τρικούπης κρατήθηκε αιχμάλωτος και αργότερα επέστρεψε στην Ελλάδα, όταν το 1923 επήλθε συμφωνία ανταλλαγής αιχμαλώτων.[10] Έπειτα αποστρατεύτηκε ενώ δεν κλήθηκε ποτέ σε απολογία. Το ξίφος του Νικολάου Τρικούπη βρίσκεται στο Πολεμικό Μουσείο της Άγκυρας.
Το 1927, παρά τις ευθύνες για την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία και προάχθηκε σε αντιστράτηγο, με τον βαθμό τον οποίο εντέλει αποστρατεύθηκε, ενώ από το 1928 έως το 1930 διετέλεσε νομάρχης Αττικοβοιωτίας.
Πηγές
Κύρια πηγή του λήμματος: «Διοίκησις μεγάλων μονάδων εν πολέμω. 1918 -1922», του Νικόλαου Τρικούπη με βιογραφικό σημείωμα γραμμένο από τον Αναστάσιο Παπούλα, Αθήνα, 1935