Το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης βρίσκεται στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Από την ίδρυσή του το 1997, έως τη σημερινή του μορφή σε διαμορφωμένο μουσειακό χώρο εντός του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, αποτελεί σημείο αναφοράς του πολιτισμού και της ιστορίας της πόλης. Από το 2006 έως το 2014, όλες τις δράσεις του μουσείου έχουν επισκεφτεί πάνω από 1.000.000 άτομα[1] ενώ έχουν διοργανωθεί πάνω από 360 εκθέσεις σε 26 πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Ιστορικό
Από την ίδρυσή του στο τελικό του σχήμα
Το 1987 ιδρύθηκε με ιδιωτική πρωτοβουλία του αρχιτέκτονα και φωτογράφου Άρι Γεωργίου, του φωτογράφου και λαογράφου Γιάννη Βανίδη και του ακαδημαϊκού και συντηρητή Απόστολο Μαρούλη το Ελληνικό Μουσείο Φωτογραφίας. Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε μια πρώτη φωτογραφική συλλογή, η οποία θα αποτελούσε τη βάση για την ίδρυση ενός μελλοντικού Μουσείου Σύγχρονης Φωτογραφίας.[2] Απέκτησε τη σημερινή του μορφή το 1997 με νόμο του κράτους[3] (Νόμος 2557/1997) ως νομικό πρόσωπο και το 1998[4] αποτέλεσε το πρώτο έτος λειτουργίας υπό το νέο καθεστώς με διευθυντή τον Άρι Γεωργίου, υπό την εποπτεία του Υπουργείου Πολιτισμού το οποίο έχει την ευθύνη του διορισμού της διοίκησης του μουσείου.Διοικείται από τον διευθυντή, ο οποίος έχει τετραετή θητεία και τοποθετείται από το Υπουργείο Πολιτισμού. Η δράση του εποπτεύεται από πενταμελή εφορία η οποία διορίζεται και αυτή από το αρμόδιο υπουργείο.[5]
Από το 2001 το Μουσείο Φωτογραφίας στεγάζεται στον πρώτο όροφο της Αποθήκης Α΄ στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης ενώ με ειδική ρύθμιση του Νόμου 2947/ 2001 διέπεται από νομικό καθεστώς διαχειριστικής, οικονομικής, λειτουργικής και οργανωτικής αυτοτέλειας[6]. Τον Απρίλιο του 2017 δημιουργήθηκε ο ενιαίος Μητροπολιτικός Οργανισμός Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης (MOMus) υπό τον οποίο συνενώθηκαν το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης µε τα ιδιαίτερα τµήµατά του - το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης και το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης - και το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.[7]
Το 2018 ολοκληρώθηκε η συνένωση των συνολικά πέντε εικαστικών µουσείων της Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για έναν καινοτόµο οργανισµό που αποτελεί µοντέλο για τη λειτουργία αντίστοιχων πολιτιστικών φορέων της χώρας και υπό την ονοµασία Μητροπολιτικός Οργανισµός Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης (MOMus) συστεγάζει πλέον το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (µετονοµασµένο σε Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης-Συλλογή Κωστάκη), το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (µετονοµασµένο σε Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης-Συλλογές Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης), το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης (ως Πειραµατικό Κέντρο Τεχνών πλέον), αλλά και το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης καθώς και το Μουσείο Aλεξ Μυλωνά (που διατηρούν τις επωνυµίες τους).[7][8]
Δράσεις του Μουσείου
Το μουσείο, πέρα από το μουσειακό του χαρακτήρα (συλλογή και μελέτη φωτογραφιών καλλιτεχνικής αξίας, δημιουργία οργανωμένου αρχείου κλπ), προβαίνει σε εκδόσεις βιβλίων, διοργανώνει διάφορες δράσεις (εκπαιδευτικά προγράμματα, ξεναγήσεις, εκθέσεις, διαλέξεις κλπ) και φεστιβάλ[1][9][10] ενώ συμμετέχει και σε αντίστοιχες δράσεις άλλων φορέων[11][12] με σκοπό την προαγωγή και την προβολή του μέσου της φωτογραφίας[1][13] έχοντας θεσπίσει από κοινού με το Cedefop (Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης στην Ευρωπαϊκή Ένωση) διεθνές βραβείο φωτογραφίας.[12]
Στο μουσείο υπάρχουν επίσης εκπαιδευτικά προγράμματα σχετικά με την ιστορία της φωτογραφίας και τις τεχνικές που ακολουθούνται. Επιπροσθέτως το ίδιο το μουσείο ως πολιτιστικός φορέας έχει πραγματοποιήσει δεκάδες εκδόσεις βιβλίων με αντικείμενο την εικόνα.[14] Από το 2008, διοργανώνει το διεθνές φεστιβάλ φωτογραφίας «Photobiennale» (μετεξέλιξη του ετήσιου εικοσαετούς φεστιβάλ Photosynkyria) στο οποίο εκτίθενται έργα τόσο καταξιωμένων, όσο και νέων δημιουργών,[15] πραγματοποιούνται παράλληλες δράσεις, ενώ απονέμεται το βραβείο συμμετοχής «Thessaloniki Photomuseum/ CEDEFOP Award» σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (CEDEFOP).
Τον Μάιο του 2010 και στο πλαίσιο της PhotoBiennale, το μουσείο κατάφερε να παρουσιάσει μια ιστορική έκθεση φωτογραφίας σε ένα μοναδικό ιστορικό μνημείο της Θεσσαλονίκης, τη Ροτόντα, η οποία ήταν κλειστή επί χρόνια (άνοιγε μόνο για θρησκευτικές εκδηλώσεις). Η έκθεση συγκέντρωσε 60.000 επισκέπτες από όλο τον κόσμο. [16][17]
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2014, το Μουσείο Φωτογραφίας αναδείχτηκε το πιο δημοφιλές μουσείο της πόλης.[18][19]
Στις 2 Μαΐου2012, σε πυρκαγιά στον μισθωμένο χώρο φύλαξης της εταιρίας «Ορφεύς Βεϊνόγλου» στη Σίνδο όπου φυλάσσονταν μέρος μόνο εκτυπωμένων φωτογραφιών της σύγχρονης συλλογής του μουσείου, καταστράφηκαν 1.985 από τα περισσότερα από 5.200 έργα της συλλογής Ελλήνων και ξένων δημιουργών του μουσείου. Σύμφωνα με τη διεύθυνση του μουσείου, το 95% των κατεστραμμένων έργων μπορεί να διασωθεί με τη συνδρομή τεχνικών αποκατάστασης. Παράλληλα, ακολουθώντας όλες τις νόμιμες διαδικασίες, το Μουσείο προχώρησε σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες (ταυτοποίηση έργων, ολοκλήρωση διοικητικών διαδικασιών, έκδοση
διαπιστωτικών πράξεων, ενέργειες για απόδοση ασφαλιστικής αξίας κλπ.), ενώ παράλληλα διοργάνωσε συνέντευξη Τύπου στον χώρο του και ημερίδα στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, στο αντικείμενο των οποίων συμπεριλαμβάνονταν η επανασύσταση του μέρους της σύγχρονης συλλογής του. Στις δύο αυτές εκδηλώσεις ήταν παρών ο Xavier Canonne, Διευθυντής του Μουσείου Φωτογραφίας του Σαρλερουά. Από το 2013 ξεκίνησαν οι εργασίες ανασύστασης των κατεστραμμένων έργων, με τη βοήθεια της γαλλικής πρεσβείας και του Μουσείου Φωτογραφίας του Σαρλερουά του Βελγίου.[22]