Όταν επέστρεψε, μετέβη στις Κυδωνίες της Μικράς Ασίας, όπου συνεργάστηκε με τον μητροπολίτη Γρηγόριο Ωρολογά. Εισήλθε στην υπηρεσία του Οικουμενικό Πατριαρχείου ως Πατριαρχικός διάκονος και κωδικογράφος και κατέληξε Δευτερεύων των Πατριαρχικών διακόνων. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, αλληλογραφούσε με τον μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανό, του οποίου ήταν αντιπρόσωπος στο Πατριαρχείο και τον μητροπολίτη Πισιδίας Κωνσταντίνο. Έγραψε άρθρα, αντιπροσώπευσε το Πατριαρχείο σε διάφορες αποστολές και συμμετείχε στην επιτροπή έρευνας για τις σφαγές των Ελλήνων στην Ανατολική Θράκη.[2][3]
Στις 26 Απριλίου 1914 εκλέχθηκε μητροπολίτης Μετρών και Αθύρων και χειροτονήθηκε επίσκοπος στις 4 Μαΐου του ίδιου έτους. Ως Μητροπολίτης προσπάθησε να συγκρατήσει τον ελληνικό πληθυσμό στις εστίες του, λόγω των διώξεων από τους Τούρκους. Οργάνωσε εκκλησιαστικά, διοικητικά και εκπαιδευτικά τη Μητρόπολη, ενώ βοήθησε ομάδες Ελλήνων ανταρτών και τον Ελληνικό Στρατό. Αγωνίστηκε σθεναρά για την υπεράσπιση του ελληνικού πληθυσμού της Θράκης από τους βίαιους ανθελληνικούς διωγμούς που είχαν εξαπολύσει οι Νεότουρκοι.
Το 1923 ένα έτος μετά το τέλος της μικρασιατικής εκστρατείας κατέφυγε στην Ελλάδα όπου και διορίστηκε μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης. Τρία χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1926 διορίστηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο μητροπολίτης Αυστραλίας, θέση την οποία αρχικά αποδέχθηκε, αλλά τελικά έπειτα από έντονο παρασκήνιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον αποκατέστησε εκ νέου[2][3] και τον Μάρτιο του 1927 επανήλθε στη Μητρόπολη Σερβίων και Κοζάνης. Εκεί ανέπτυξε πολύπλευρο έργο. Τον Αύγουστο του 1936 οδηγήθηκε σε εξορία από τον Μεταξά στον Άθω, διότι απέστειλε οξύτατη επιστολή στον βασιλιά και την κυβέρνηση, με θέμα την παραμέληση της περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας.[5]
Το 1942 στη διάρκεια της Κατοχής προσχώρησε στην Εθνική Αντίσταση με το ΕΑΜ. Τον Νοέμβριο του 1943 τέθηκε από την Εκκλησία της Ελλάδος εκτός της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου με το σκεπτικό της απουσίας του από τις συνεδριάσεις της, χωρίς να γίνει αναφορά στην αντιστασιακή του δράση. Η συγκεκριμένη ενέργεια χαρακτηρίζεται ως «διπλωματική στάση» της Εκκλησίας προς την Αριστερά.[6]
Εξελέγη αντιπρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου της ΠΕΕΑ. Μετά την απελευθέρωση παρέμεινε στο ΕΑΜ με το οποίο και συμμετείχε κατά τα Δεκεμβριανά. Έμεινε γνωστός ως Πνευματικός Αρχηγός του ΕΑΜ. Μετά τα Δεκεμβριανά θα υποστεί πρώτα την έκπτωση και μετέπειτα την καθαίρεση. Αποκαταστάθηκε ως πρώην μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης το 1957. Απεβίωσε στις 2 Απριλίου1962. Όσα χρήματα του είχαν απομείνει τα κληροδότησε στις φιλόπτωχες αδελφότητες Κοζάνης, Σερβίων και Βελβενδού ενώ δώρισε την πλούσια βιβλιοθήκη του στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης.[5]
↑Γρηγόρης Ψαλλίδας, Συνεργασία και ανυπακοή. Η πολιτική της ηγεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Κατοχή 1941 - 1944, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2016, σελ. 285-286.
Πηγές
Κούκουνας Δημοσθένης, Η Εκκλησία της Ελλάδος από τον Δαμασκηνό στον Χριστόδουλο, 1941-2007, Εκδόσεις Μέτρον, 2007, Αθήνα, σελ.102.