Γεννήθηκε στο Σατώ ντυ Καναντέλ, στο Λα Κολ-συρ-Λουπ της Κυανής Ακτής. Ήταν παιδί όταν μετακόμισε στο Λα Φλες του Λίγηρα, όπου ο πατέρας του Λουίς-Μαξίμ Ραιμπώ έγινε επικεφαλής της στρατιωτικής σχολής "Εθνικό Στρατιωτικό Πρυτανείο".
Κατά την άφιξή του στην Ελλάδα το 1821, ο Έλληνας ιστορικός Α. Βακαλόπουλος τον αναφέρει σαν πρώην αξιωματικό του Ναπολέοντα Α΄.[1] Ο ίδιος ο Ρεμπώ αρχίζει τα ελληνικά απομνημονεύματά του, που δημοσιεύθηκαν το 1824, με τη φράση "εισήλθα στην υπηρεσία το 1813" και "άφησα τον στρατό με τη μείωση του προσωπικού, τον Δεκέμβριο του 1820." Αυτό δίνει βάση στον σύγχρονο Βρετανό ιστορικό Γουίλιαμ Σαιντ Κλαιρ να αναφέρει, ότι η συμμετοχή του στην Ελληνική επανάσταση ήταν αναζήτηση μιας νέας καριέρας.
Ελληνική επανάσταση
Τον Ιούλιο του 1821, μετά από συνάντηση στη Μασσαλία με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ο Ρεμπώ απέπλευσε μαζί του με ένα Υδραίικο μπρίκι για να συμμετάσχουν στην εξέγερση της Ελλάδας.[2] Μαζί τους στο πλοίο ήταν 70 εθελοντές Έλληνες της διασποράς, 4 Γάλλοι και 3 Ιταλοί εθελοντές. Στις 2 Αυγούστου 1821 το πλοίο αγκυροβόλησε στη λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου.[3] Ο Ρεμπώ συμμετείχε στην πολιορκία και παρευρέθηκε στην Άλωση της Τριπολιτσάς τον Οκτώβριο του 1821.[4]
Ο σύγχρονος Άγγλος ιστορικός Ντάγκλας Ντέικιν ισχυρίζεται, ότι πριν από αυτό είχε προλάβει να «προσφέρει τις υπηρεσίες του στη Μακεδονία».[5][6] Στη Μάχη του Πέτα, όπου το πρώτο τακτικό σύνταγμα (στην πραγματικότητα τάγμα) του ελληνικού στρατού -το οποίο αποτελείτο από Έλληνες της διασποράς και ξένους εθελοντές- απώλεσε το ήμισυ της δύναμής του, ο Ρεμπώ υπηρέτησε στο Επιτελείο του Μαυροκορδάτου.[7] Τον Ιούλιο του 1822 στη πόλη του Μεσολογγίου ήταν επικεφαλής 25 επιζώντων του Πέτα Φιλελλήνων κατά την τελετουργική βολή στη μνήμη των πεσόντων συντρόφων τους.
Επέστρεψε στη Γαλλία, όπου το 1824 δημοσίευσε τα απομνημονεύματά του από την Ελλάδα, που συνοδευόταν από τοπογραφικά σχέδια («Mémoires sur la Grèce pour servir à l'histoire de la guerre de l'Indépendance, accompagnés de plans topographiques» – Παρίσι, 1824).[8] Οι Έλληνες ιστορικοί τον θεωρούν σαν τον «πιο αξιόπιστο από όλους τους Γάλλους απομνημονευματογράφους και ιστοριογράφους» των πρώτων χρόνων της Επαναστάσεως. Την ίδια ώρα, στα απομνημονεύματά του δεν διστάζει να ειρωνευτεί και να επικρίνει την αξιοπιστία τού συμπατριώτη του Ολιβιέ Βουτιέ (Olivier Voutier) και να χλευάζει τη μυθοπλασία στα απομνημονεύματα του Βουτιέ «Mémoires sur la guerre actuelle des Grecs», ο οποίος τα είχε δημοσιεύσει το προηγούμενο έτος (Παρίσι, 1823).[9][10] Τον Σεπτέμβριο του 1825 επανήλθε στην Ελλάδα ως επικεφαλής της πρώτης ομάδας των εθελοντών, που αποστελλόταν από τη Γαλλική Φιλελληνική Επιτροπή. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Γαλλία και επανήλθε επικεφαλής μίας από τις δύο νέες ομάδες εθελοντών, που απεστάλλησαν από τη Γαλλική Φιλελληνική Επιτροπή το 1826. Τον Νοέμβριο του 1826, επικεφαλής 70 τακτικών στρατιωτών, συμμετείχε στην αποτυχημένη επιδρομή του Ιωάννη Κωλέττη στο νησί της Εύβοιας.[11] Σύμφωνα με τον σύγχρονο Βρετανό ιστορικό Γουίλιαμ Σαιντ Κλερ, η ειρωνεία και η εχθρότητά του προς τον Βουτιέ, ο οποίος επίσης επέστρεψε στην Ελλάδα το 1826, οδήγησε τους δύο Γάλλους σε μονομαχία. Και ο Βουτιέ και ο Ρεμπώ τραυματίστηκαν.[12]
Ο Ρεμπώ πήγε στη Γαλλία και στη συνέχεια επέστρεψε στην Ελλάδα το 1828 κατά τη διάρκεια της γαλλικής εκστρατείας του Μοριά με επικεφαλής τον στρατηγό Μαιζώνος, με σκοπό αυτή τη φορά να εγκαταστήσει τυπογραφείο και να εκδώσει μια γαλλο-ελληνική εφημερίδα. Το τυπογραφείο, σε συνεννόηση με τον Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια, το εγκατέστησε στην Πάτρα, όπου και εξέδιδε την γαλλόφωνη εφημερίδα «Le Courrier d'Orient»,[13][14] με τη βοήθεια του Ζακ Μανζάρ (Jacques Mangeart).[15] Η εφημερίδα εκδιδόταν μέχρι το 1829.[16][17][18]
Τα τελευταία χρόνια
Στη συνέχεια ο Ρεμπώ αναφέρεται ως Διευθυντής Τμήματος Έρευνας στη Γαλλική εθνική στρατιωτική σχολή, Πρόξενος της Γαλλίας στην Κύπρο και Γενικός Πρόξενος της Γαλλίας στην Αϊτή.[19]
Σημειώνεται ότι σε κάποιες περιπτώσεις ο Μαξίμ Ρεμπώ αναφέρεται λανθασμένα ως Louis Maxime Raybaud (1760-1842), ο οποίος ήταν άλλο πρόσωπο, Γάλλος βουλευτής στη Βουλή των 500 και διευθυντής στη στρατιωτική σχολή École Militaire de la Flèche[1]Αρχειοθετήθηκε 2015-09-23 στο Wayback Machine. Αρχειοθετήθηκε 2015-09-23 στο Wayback Machine.[10]
Παραπομπές
↑Αποστ. Ε. Βακαλόπουλος, Επίλεκτες Βασικές Πηγές της Ελληνικής Επαναστάσεως 1813-1825, Βάνιας Θεσσαλονίκη 1990, τομ А΄, σελ. 342]