Ο Λουί Μπαριά γεννήθηκε στο Παρίσι. Ο μεγαλύτερος αδελφός του ήταν ο γνωστός ζωγράφος Φελίξ-Ζοζέφ Μπαριά, ενώ και ο πατέρας τους ήταν ζωγράφος (αντικειμένων πορσελάνης). Ο Λουί-Ερνέστ άρχισε και αυτός ως ζωγράφος, με δάσκαλο τον Λεόν Κονιέ, αλλά αργότερα πήρε μαθήματα γλυπτικής από τον Πιέρ-Ζυλ Καβελιέ. Το 1858 έγινε δεκτός στην Ανώτατη Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών (École nationale supérieure des Beaux-Arts), στο Παρίσι, όπου δάσκαλός του ήταν ο Φρανσουά Ζουφρουά. Το 1865 ο Λουί Μπαριά κέρδισε την υποτροφία Prix de Rome για σπουδές στη Γαλλική Ακαδημία της Ρώμης. Ο γλύπτης συμμετείχε στη διακόσμηση της `Οπερας των Παρισίων και του Hôtel de la Païva στη Λεωφόρο των Ηλυσίων. Το έργο του ήταν κυρίως σε μάρμαρο, σε ρομαντικό ρεαλιστικό στιλ με επίδραση από τον Ζαν-Μπατίστ Καρπώ.
Το 1878 ο Μπαριά έγινε ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής. Αντικατέστησε τον Ντυμόν στο Ινστιτούτο της Γαλλίας το 1884 και στη συνέχεια διαδέχθηκε τον Καβελιέ ως καθηγητής στην Ανώτατη Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών. Από το 1900 ως το 1903 υπηρέτησε στο Συμβούλιο Εθνικών Μουσείων. Μεταξύ των μαθητών του συγκαταλέγονται οι Χοσέπ Κλαρά, Σαρλ Ντεσπιώ, Ανρί Μπουσάρ και Βικτόρ Σεγκοφέν.
Ο Μπαριά ήταν πολύ επηρεασμένος από το στιλ της Αρ Νουβό, πολύ διαδεδομένο κατά την εποχή του στη Γαλλία. Θέματα από τη φύση και φιλήδονος χαρακτήρας ανήκουν στα συχνά απαντώμενα χαρακτηριστικά αυτής της τέχνης, σε πολλά από τα έργα του Μπαριά, όπως στο «Η Φύση αποκαλυπτομένη ενώπιον της Επιστήμης». Το έργο αυτό φιλοτεχνήθηκε το έτος 1899, όταν η Αρ Νουβό ήταν δημοφιλής. Το γνωστότερο έργο του Μπαριά, ωστόσο, είναι το «Πορτρέτο του νεαρού Μότσαρτ». Συχνά επίσης χρησιμοποιούσε αναφορές από τη λογοτεχνία στα γλυπτά του[9].