Η κανναβιδιόλη (αγγλ. CBD) είναι οργανική ένωση και είναι ένα από τουλάχιστον 85 κανναβινοειδή[1] που υπάρχουν στην κάνναβη. Πρόκειται για ένα σημαντικό φυτοκανναβινοειδές, που αντιστοιχεί στο 40% του εκχυλίσματος του φυτού κάνναβης[2]και χρησιμοποιείται σε ευρύ φάσμα ιατρικών εφαρμογών. Λόγω της φαρμακευτικής της δράσης, η χρήση της κανναβιδιόλης σε καταναλωτικά προϊόντα έχει νομιμοποιηθεί από το 2016 στην Ελλάδα και πλέον αποτελεί νόμιμη διαδικασία στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες[3]. Στις περισσότερες χώρες που τα προϊόντα κανναβιδιόλης - CBD[4] είναι νόμιμα χρειάζεται να περιέχουν λιγότερο από 0,2% THC - Τετραϋδροκανναβινόλη[5]. Παρά την παρουσία της σε ένα από τα φυτά της κάνναβης -το είδος Cannabis sativa- η κανναβιδιόλη δεν αποτελεί ναρκωτική ουσία και δεν προκαλεί εξάρτηση, όντας έτσι κατάλληλη για κατανάλωση από παιδιά, ηλικιωμένους, ακόμα και ζώα[6].
Έρευνα
Η κανναβιδιόλη θεωρείται σπασμολυτικό για τα ζώα, όμως, μελέτες σε ανθρώπους δεν έχουν δείξει τέτοια αποτελέσματα[7]. Το 2015 ξεκίνησε μελέτη σε τυχαίους ασθενείς για την αντιμετώπιση επιληπτικών συνδρόμων. Επίσης η CBD είναι νευροπροστατευτική για τα ζώα.[8]
↑Liput DJ, Hammell DC, Stinchcomb AL, Nixon K (2013). «Transdermal delivery of cannabidiol attenuates binge alcohol-induced neurodegeneration in a rodent model of an alcohol use disorder». Pharmacology Biochemistry and Behavior111: 120–7. doi:10.1016/j.pbb.2013.08.013. PMID24012796.