Ο Κάρολος ΣΤ΄ (Karl VI., Βιέννη, 1 Οκτωβρίου1685 – Βιέννη, 20 Οκτωβρίου1740) διαδέχτηκε το 1711 τον πρεσβύτερο αδερφό του Ιωσήφ Α΄ ως αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, βασιλιάς της Βοημίας (ως Κάρολος Β΄), Βασιλιάς της Ουγγαρίας και Κροατίας και Αρχιδούκας της Αυστρίας (ως Κάρολος Γ΄). Το 1700 διεκδίκησε ανεπιτυχώς τον θρόνο της Ισπανίας, μετά τον θάνατο του θείου του Καρόλου Β΄ της Ισπανίας.
Τέσσερα χρόνια πριν από τη γέννηση της Μαρίας Θηρεσίας ο Κάρολος έλαβε τα μέτρα του για την περίπτωση απουσίας άρρενος διαδόχου του, εκδίδοντας την Sanctio Pragmatica (Πραγματική Κύρωση) του 1713. Το διάταγμα αυτό παραμέριζε τον Σαλικό Νόμο, σύμφωνα με τον οποίο οι γυναίκες δεν κληρονομούσαν, και ευνοούσε τις θυγατέρες του Καρόλου οι οποίες θα τον διαδέχονταν σε όλες τις κτήσεις και τους τίτλους του (πλην του αξιώματος του αυτοκράτορα που ήταν αιρετό). Για πολλά χρόνια στη συνέχεια ο Κάρολος αγωνίστηκε να εξασφαλίσει την αποδοχή της Sanctio Pragmatica από τις άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, πράγμα που πέτυχε με σοβαρά όμως ανταλλάγματα. Η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία, η Σαξονία-Πολωνία, η Ολλανδία, η Ισπανία,[11] η Βενετία,[12], το Παπικό κράτος[12], η Πρωσία,[13] η Ρωσία,[12] η Δανία,[13] η Σαρδηνία,[13], η Βαυαρία[13] και Δίαιτα της Αυτοκρατορίας[13] αναγνώρισαν την Κύρωση. Η Γαλλία, η Βαυαρία, η Σαξονία-Πολωνία και η Πρωσσία αργότερα υπαναχώρησαν.
Ο Κάρολος πέθανε το 1740, προκαλώντας με τον θάνατό του τον Πόλεμο της Αυστριακής Διαδοχής, που διεξήγαγε επί οκτώ χρόνια η διάδοχός του, Μαρία Θηρεσία.