Υπάρχει μια ισχυρή επιστημονική συναίνεση ότι η Γη θερμαίνεται και ότι αυτή η θέρμανση προκαλείται κυρίως από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Αυτή η συναίνεση υποστηρίζεται από διάφορες μελέτες απόψεων επιστημόνων και από δηλώσεις θέσεων επιστημονικών οργανισμών, πολλές από τις οποίες συμφωνούν ρητά με τις εκθέσεις σύνθεσης της Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC), η οποία συνεδριάζει ανά τακτά χρονικά διαστήματα υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Η συντριπτική πλειονότητα των επιστημόνων που μελετά και δημοσιεύει ενεργά για τα διάφορα ζητήματα του κλίματος (97-98%),[5] θεωρεί ότι η κλιματική αλλαγή έχει ανθρωπογενή αίτια,[6][7][1][8] ενώ το υπόλοιπο 2% των επιστημόνων δημοσιεύει μελέτες που είτε δεν μπορούν να αναπαραχθούν[ασαφές] είτε περιέχουν λάθη.[9]
Σημεία σύγκλισης
Τα σημεία σύγκλισης των επιστημόνων είναι τα εξής:
Το κλίμα της Γης έχει θερμανθεί σημαντικά από τα τέλη του 1800.
Οι συνεχιζόμενες εκπομπές θα αυξήσουν την πιθανότητα και τη σοβαρότητα των παγκόσμιων επιπτώσεων.
Οι άνθρωποι και τα έθνη μπορούν να δράσουν ατομικά και συλλογικά για να επιβραδύνουν τον ρυθμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη, ενώ ταυτόχρονα να προετοιμάζονται για την αναπόφευκτη κλιματική αλλαγή και τις συνέπειές της.
Έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές μελέτες για τη συναίνεση ανάμεσα στους εμπειρογνώμονες.[1] Μεταξύ των πιο γνωστών είναι μια ανασκόπηση του 2013 που χρησιμοποιήσε 12.000 έρευνες που έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά με ομότιμους για την επιστήμη του κλίματος από το 1990, από τις οποίες πάνω από 4.000 ανέφεαν τα αίτια της πρόσφατης υπερθέρμανσης του πλανήτη.[8][10] Το 97% των εμπειρογνωμόνων συμφωνεί άμεσα ή έμμεσα ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη συμβαίνει και προκαλείται από τον άνθρωπο. Όπως αναφέρουν είναι "εξαιρετικά πιθανό"[11] ότι η αύξηση της θερμοκρασίας προκαλείται από "τις ανθρώπινες δραστηριότητες, ειδικά τις εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου" στην ατμόσφαιρα. Η φυσική αλλαγή από μόνη της θα προκαλούσε ένα ελαφρύ αποτέλεσμα ψύξης παρά το φαινόμενο της θέρμανσης.[12][13][14]
Αυτή η επιστημονική γνώμη εκφράζεται σε συγκεντρωτικές εκθέσεις, από επιστημονικούς φορείς εθνικής ή διεθνούς εμβέλειας και από έρευνες απόψεων μεταξύ των επιστημόνων του κλίματος. Μεμονωμένοι επιστήμονες, πανεπιστήμια και εργαστήρια συμβάλλουν στη συνολική επιστημονική γνώμη μέσω των δημοσιεύσεων με ομότιμους, και οι τομείς της συλλογικής συναίνεσης και της σχετικής βεβαιότητας συνοψίζονται σε αυτές τις αξιόπιστες εκθέσεις και έρευνες.[15] Η πέμπτη έκθεση αξιολόγησης της IPCC (AR5) ολοκληρώθηκε το 2014[16] και η έκτη αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2022.[17] Τα συμπεράσματα της AR5 συνοψίζονται παρακάτω:
"Η θέρμανση του κλιματικού συστήματος είναι ξεκάθαρη, και από τη δεκαετία του 1950, πολλές από τις παρατηρούμενες αλλαγές είναι άνευ προηγουμένου από δεκαετίες έως χιλιετίες."
"Οι ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα, μεθανίου και οξειδίου του αζώτου έχουν αυξηθεί σε επίπεδα άνευ προηγουμένου τουλάχιστον τα τελευταία 800.000 χρόνια."
"Η ανθρώπινη επιρροή στο σύστημα του κλίματος είναι σαφής. Είναι εξαιρετικά πιθανό (95-100% πιθανότητα) ότι η ανθρώπινη επιρροή ήταν η κυρίαρχη αιτία της υπερθέρμανσης του πλανήτη μεταξύ 1951 και 2010".
"Η αύξηση των μεγεθών της [παγκόσμιας] αύξησης της θερμοκρασίας αυξάνει την πιθανότητα σοβαρών, βαθιών και μη αναστρέψιμων επιπτώσεων."
"Ένα πρώτο βήμα προς την προσαρμογή στη μελλοντική κλιματική αλλαγή είναι η μείωση της ευαισθησίας και της έκθεσης στην παρούσα κλιματική μεταβλητότητα."
"Οι συνολικοί κίνδυνοι των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής μπορούν να μειωθούν περιορίζοντας το ρυθμό και το μέγεθος της κλιματικής αλλαγής"
"Χωρίς νέες πολιτικές για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, οι προβλέψεις δείχνουν αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας το 2100 από 3,7 έως 4,8 °C, σε σχέση με τα προ-βιομηχανικά επίπεδα (μέσες τιμές, το εύρος είναι 2,5 έως 7,8 ° C συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής αβεβαιότητας).
"Η τρέχουσα πορεία των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου δεν είναι σύμφωνη με τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη κάτω από 1,5 ή 2 °C, σε σχέση με τα προ-βιομηχανικά επίπεδα. Οι δεσμεύσεις που έγιναν στο πλαίσιο των Συμφωνιών του Κανκούν είναι σε γενικές γραμμές συνεπείς με τα οικονομικά σενάρια που δείχνουν να είναι "πιθανό" (πιθανότητα 66-100%) να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη (το 2100) κάτω από τους 3 °C, σε σχέση με τα προ-βιομηχανικά επίπεδα".
Εθνικές και διεθνείς επιστημονικές ακαδημίες και οργανισμοί έχουν αξιολογήσει την τρέχουσα επιστημονική γνώμη για την υπερθέρμανση του πλανήτη. Αυτές οι αξιολογήσεις είναι γενικά σύμφωνες με τα συμπεράσματα της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή.
Ορισμένοι επιστημονικοί φορείς έχουν προτείνει συγκεκριμένες πολιτικές στις κυβερνήσεις και η επιστήμη μπορεί να διαδραματίσει ρόλο στην ενημέρωση μιας αποτελεσματικής αντίδρασης στην αλλαγή του κλίματος. Ωστόσο, οι πολιτικές αποφάσεις ενδέχεται να βασίζονται σε οικονομικές παραμέτρους, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην επιστημονική γνώμη.[18]
Κανένας επιστημονικός φορέας εθνικού ή διεθνούς κύρους δε διαφωνεί με αυτά τα κύρια σημεία. Ο τελευταίος εθνικός ή διεθνής επιστημονικός οργανισμός, η Αμερικανική Ένωση Γεωλόγων Πετρελαίου, το 2007 ενημέρωσε με τη δήλωσή της για τη μη δεσμευτική θέση της.[15] Ορισμένοι άλλοι οργανισμοί, κυρίως αυτοί που εστιάζουν στη γεωλογία, εκφράζουν επίσης μη δεσμευτικές θέσεις.
Εκθέσεις σύνθεσης
Οι εκθέσεις σύνθεσης είναι αξιολογήσεις της επιστημονικής βιβλιογραφίας που συγκεντρώνουν τα αποτελέσματα μιας σειράς αυτόνομων μελετών προκειμένου να επιτευχθεί ένα ευρύ επίπεδο κατανόησης ή να περιγραφεί η κατάσταση της γνώσης ενός δεδομένου θέματος.[19]
Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC)
Τον Φεβρουάριο του 2007, η IPCC δημοσίευσε περίληψη της επικείμενης τέταρτης έκθεσης αξιολόγησης. Σύμφωνα με αυτήν την περίληψη, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι ανθρώπινες ενέργειες είναι "πολύ πιθανό" να είναι η αιτία της υπερθέρμανσης του πλανήτη, που σημαίνει πιθανότητα 90% ή μεγαλύτερη. Η υπερθέρμανση του πλανήτη στην περίπτωση αυτή προκύπτει από την αύξηση 0,75 βαθμών Κελσίου της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας τα τελευταία 100 χρόνια.[20]
Συγκεκριμένα, τα βασικά σημεία της τέταρτης έκθεσης αξιολόγησης της IPCC (AR4)[21] αναφέρουν ότι:
Η θέρμανση του κλιματικού συστήματος είναι ξεκάθαρη, όπως αποδεικνύεται από την αύξηση των παγκόσμιων μέσων θερμοκρασιών αέρα και ωκεανών, την εκτεταμένη τήξη του χιονιού και του πάγου και την αύξηση της παγκόσμιας μέσης στάθμης της θάλασσας.
Το μεγαλύτερο μέρος της υπερθέρμανσης του πλανήτη από τα μέσα του 20ού αιώνα πιθανότατα να οφείλεται σε ανθρώπινες δραστηριότητες.
Τα οφέλη και το κόστος της κλιματικής αλλαγής για την [ανθρώπινη] κοινωνία θα ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό ανάλογα με την τοποθεσία και την κλίμακα. Μερικές από τις επιπτώσεις σε εύκρατες και πολικές περιοχές θα είναι θετικές και σε άλλες αρνητικές. Συνολικά, οι καθαρές επιπτώσεις είναι πιθανότερο να είναι έντονα αρνητικές με μεγαλύτερη ή πιο γρήγορη θέρμανση.
Το εύρος των δημοσιευμένων στοιχείων δείχνει ότι το καθαρό κόστος ζημιών της κλιματικής αλλαγής είναι πιθανό να είναι σημαντικό και να αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου.
Η ανθεκτικότητα πολλών οικοσυστημάτων είναι πιθανό να ξεπεραστεί αυτόν τον αιώνα από έναν άνευ προηγουμένου συνδυασμό κλιματικής αλλαγής, σχετικών διαταραχών (π.χ. πλημμύρες, ξηρασία, πυρκαγιές, έντομα, οξίνιση των ωκεανών) και άλλους παγκόσμιους παράγοντες αλλαγής (π.χ. αλλαγή χρήσης γης, ρύπανση, κατακερματισμός των φυσικών συστημάτων, υπερβολική εκμετάλλευση των πόρων).
Η πέμπτη έκθεση αξιολόγησης της IPCC (ΑR5) ακολούθησε την ίδια γενική μορφή με την τέταρτη έκθεση αξιολόγησης, με τρεις εκθέσεις ομάδας εργασίας και μια έκθεση σύνθεσης.[16] Η έκθεση της ομάδας εργασίας I (WG1) δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο του 2013. Η περίληψη για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής ανέφερε ότι η θέρμανση του κλιματικού συστήματος είναι «ξεκάθαρη» με πρωτοφανείς αλλαγές εδώ και δεκαετίες σε χιλιετίες, συμπεριλαμβανομένης της υπερθέρμανσης της ατμόσφαιρας και των ωκεανών, απώλειας χιονιού και πάγου και αύξησης της στάθμης της θάλασσας. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, που καθοδηγούνται σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση του πληθυσμού, έχουν οδηγήσει σε συγκεντρώσεις αερίων θερμοκηπίου που είναι άνευ προηγουμένου τουλάχιστον τα τελευταία 800.000 χρόνια. Αυτές, μαζί με άλλους ανθρωπογενείς παράγοντες, είναι «εξαιρετικά πιθανό» (όπου αυτό σημαίνει πιθανότητα άνω του 95%) να είναι η κυρίαρχη αιτία της παρατηρούμενης υπερθέρμανσης του πλανήτη από τα μέσα του 20ού αιώνα.[22]
Συγκεκριμένα ανέφερε:
Η συνεχής εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου θα προκαλέσει περαιτέρω θέρμανση και μακροχρόνιες αλλαγές σε όλα τα συστατικά του κλιματικού συστήματος, αυξάνοντας την πιθανότητα σοβαρών, βαθιών και μη αναστρέψιμων επιπτώσεων για τους ανθρώπους και τα οικοσυστήματα. Ο περιορισμός της κλιματικής αλλαγής θα απαιτούσε σημαντικές και συνεχείς μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, οι οποίες, μαζί με την προσαρμογή, μπορούν να περιορίσουν τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής.[22]
Παγκόσμιο Ερευνητικό Πρόγραμμα για τις Αλλαγές των ΗΠΑ
Δεκατρείς ομοσπονδιακοί οργανισμοί, με επικεφαλής την Εθνική Υπηρεσία Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (NOAA), συνεργάστηκαν υπό την αιγίδα του Ερευνητικού Προγράμματος για την Παγκόσμια Αλλαγή των Ηνωμένων Πολιτειών (USGCRP) για την προετοιμασία της Τέταρτης Εθνικής Αξιολόγησης του Κλίματος, που δημοσιεύθηκε σε δύο τόμους.
Η ειδική έκθεση τόμος I (Οκτώβριος 2017)[24] παρείχε την ακόλουθη περίληψη:
Αυτή η αξιολόγηση καταλήγει στο συμπέρασμα, βάσει των εκτεταμένων στοιχείων, ότι είναι πολύ πιθανό ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες, ιδίως οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, είναι η κυρίαρχη αιτία της παρατηρούμενης θέρμανσης από τα μέσα του 20ού αιώνα. Για την υπερθέρμανση του περασμένου αιώνα, δεν υπάρχει πειστική εναλλακτική εξήγηση που να υποστηρίζεται από την έκταση των παρατηρηθέντων στοιχείων.
Εκτίμηση των Επιπτώσεων στο Αρκτικό Κλίμα
Το 2004, το Διακυβερνητικό Συμβούλιο Αρκτικής και η μη κυβερνητική Διεθνής Επιτροπή Αρκτικής Επιστήμης δημοσίευσαν τη συγκεκρωτική έκθεση για την εκτίμηση των επιπτώσεων στο κλίμα της Αρκτικής[25]:
Οι κλιματικές συνθήκες στο παρελθόν παρέχουν στοιχεία ότι η αύξηση των επιπέδων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα σχετίζεται με την αύξηση των παγκόσμιων θερμοκρασιών. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, κυρίως η χρήση των ορυκτών καυσίμων (άνθρακας, πετρέλαιο και φυσικό αέριο), αλλά και η εκκαθάριση της γης, αύξησαν τη συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα, μεθανίου και άλλων αερίων τα οποία παγιδεύουν τη θερμότητα ("θερμοκήπιο") στην ατμόσφαιρα. Υπάρχει διεθνής επιστημονική συναίνεση ότι το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης της θερμοκρασίας που παρατηρείται τα τελευταία 50 χρόνια οφείλεται σε ανθρώπινες δραστηριότητες.[26]
↑"IPCC, 2013: Summary for Policymakers". In: Climate Change 2013: The Physical Science Basis. Contribution of Working Group I to the Fifth Assessment Report of the Intergovernmental Panel on Climate Change [Stocker, T.F., D. Qin, G.-K. Plattner, M. Tignor, S.K. Allen, J. Boschung, A. Nauels, Y. Xia, V. Bex and P.M. Midgley (eds.)]. Cambridge University Press, Cambridge, United Kingdom and New York, NY, USA.
↑«Advancing the Science of Climate Change». web.archive.org. 29 Μαΐου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Μαΐου 2014. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2021.CS1 maint: Unfit url (link)
↑«Wayback Machine»(PDF). web.archive.org. 13 Μαΐου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Μαΐου 2008. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2021.CS1 maint: Unfit url (link)