Οι φράσεις που αφορούν ενέργειες που συμβαίνουν εντός ή εκτός μίας επισκοπικής έδρας είναι ενδεικτικές της γεωγραφικής σημασίας του όρου, καθιστώντας τον συνώνυμο με τον όρο επισκοπή.[3][4][5][6]
Η λέξη έδρα προέρχεται από την αρχαία ελληνική ἕδρα, που σημαίνει κάθισμα, θέση, βάση, και συμβολίζει την θέση εξουσίας ενός επισκόπου από την εποχή ακόμη του πρώιμου χριστιανισμού.[7] Αυτό το συμβολικό κάθισμα είναι επίσης γνωστό ως καθέδρα. Η εκκλησία στην οποία τοποθετείται η καθέδρα είναι γνωστή για το λόγο αυτό ως καθεδρικός ναός, δηλαδή η εκκλησία της καθέδρας (λατινικά: ecclesia cathedralis). Η λέξη θρόνος χρησιμοποιείται επίσης, ειδικά στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, τόσο για το κάθισμα όσο και για την περιοχή της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας.[8]
Ο όρος «έδρα» χρησιμοποιείται επίσης για τον προσδιορισμό της πόλης όπου βρίσκεται ο καθεδρικός ναός ή η κατοικία του επισκόπου.[7]
Καθολική Εκκλησία
Μέσα στον Καθολικισμό, κάθε επισκοπή θεωρείται ως μία έδρα από μόνη της, με μια καθορισμένη υποταγή στην Έδρα της Ρώμης. Η ιδέα της έδρας ως κυρίαρχη οντότητα είναι κάπως περίπλοκη λόγω της ύπαρξης των 23 Ξεχωριστών Εκκλησιών της Καθολικής Εκκλησίας. Η Δυτική Εκκλησία και οι Ανατολικοί Καθολικοί ομόλογοί της διατηρούν ένα επίπεδο σχετικής αυτονομίας, όμως κάθε ένα από αυτά τα τμήματα υποδιαιρείται σε ακόμη μικρότερες έδρες (επισκοπές και αρχιεπισκοπές). Η επισκοπική έδρα του Πάπα, Επισκόπου της Ρώμης, είναι γνωστή ως «η Αγία Έδρα», που διεκδικεί την Παπική υπεροχή.[9][10]
Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία
Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί όλους τους επισκόπους μυστηριακά ίσους και ότι κατ΄ αρχήν κατέχουν ίση εξουσία, ο καθένας πάνω στη δική του έδρα. Ορισμένοι επίσκοποι μπορεί να έχουν πρόσθετα διοικητικά καθήκοντα σε ευρύτερες περιοχές (όπως στην ιδέα της Πενταρχίας), αλλά αυτές οι εξουσίες είναι περιορισμένες και δεν εκτείνονται ποτέ σε ολόκληρη την Εκκλησία. Έτσι, η Ορθοδοξία αντιτίθεται στην ιδέα της παπικής υπεροχής ή σε οποιαδήποτε παρόμοια υπεροχή από οποιονδήποτε επίσκοπο.
Ηνωμένη Μεθοδιστική Εκκλησία
Η Ηνωμένη Μεθοδιστική Εκκλησία περιλαμβάνει τα λεγόμενα Ετήσια Συνέδρια, σε κάθε ένα από τα οποία προεδρεύει ένας επίσκοπος, ο οποίος είναι επίσκοπος με την έννοια μιας καθορισμένης επισκοπικής περιοχής ή έδρας. Αυτή η έδρα είναι συνήθως η μεγαλύτερη, ή μερικές φορές η πιο κεντρικά τοποθετημένη, πόλη του Ετήσιου Συνεδρίου. Οι επίσκοποι των Ηνωμένων Μεθοδιστών εκλέγονται σε περιφερειακά κονκλάβια, που διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια, τις «Διασκέψεις περί Δικαιοδοσίας». Οι νέοι επίσκοποι εκλέγονται για ισόβια θητεία και χειροτονούνται στις Διασκέψεις περί Δικαιοδοσίας. Κάθε επίσκοπος αναλαμβάνει την διοίκηση μιας επισκοπικής περιοχής ή έδρας για μια περίοδο τεσσάρων ετών.[11]