Εγκεφαλική διάσειση είναι η παροδική λειτουργική διαταραχή του εγκεφάλου, χωρίς βλάβη των εγκεφαλικών κυττάρων, που προκαλείται από τραυματισμό της κεφαλής.[1][2] Δύο είναι τα χαρακτηριστικά της διάσεισης: (1) η άμεση απώλεια της συνείδησης (που διαρκεί από κάποια δευτερόλεπτα μέχρι το πολύ 1 ώρα, και (2) η αμνησία μετά το ατύχημα για μια χρονική περίοδο που ποικίλλει σε διάρκεια. Αυτά τα δύο στοιχεία αποτελούν τη βάση της διάγνωσης.[3][4]
Όταν ο ασθενής αρχίζει να ανακτά τις αισθήσεις του, περνά από ένα συγχυτικό στάδιο, ενώ, όταν αποκτήσει διαύγεια συνείδησης, παρουσιάζει τάση προς εμετό. Αργότερα, εμφανίζονται μετατραυματικές διαταραχές οι οποίες μπορεί να διαρκέσουν από λίγες ημέρες μέχρι και μερικούς μήνες. Οι παθόντες παραπονούνται για κεφαλαλγίες, ιλίγγους, αδυναμία συγκέντρωσης στην εργασία τους, μεγάλη κόπωση, ενώ τους διακρίνει μια ευερεθιστότητα.[4][5] Η ένταση των συμπτωμάτων, ορισμένες φορές είναι τόσο μεγάλη, ώστε ορισμένοι ασθενείς να μην μπορούν να αναλάβουν την εργασία τους για πολλές εβδομάδες μετά το ατύχημα.[5]
Οι συνήθεις αιτίες που προκαλούν τη διάσειση περιλαμβάνουν συγκρούσεις με μηχανοκίνητα οχήματα, πτώσεις, αθλητικούς τραυματισμούς και ατυχήματα με ποδήλατο.[6][7] Ο μηχανισμός του τραυματισμού περιλαμβάνει είτε ένα άμεσο χτύπημα στο κεφάλι είτε δυνάμεις σε άλλα σημεία του σώματος που μεταδίδονται στο κεφάλι.[8] Το χτύπημα πιστεύεται ότι οδηγεί σε δυσλειτουργία των νευρώνων, καθώς υπάρχουν αυξημένες απαιτήσεις σε γλυκόζη, αλλά όχι αρκετή παροχή αίματος.[9] Αυτό που απαιτείται είναι μια διεξοδική αξιολόγηση από εξειδικευμένο γιατρό (όπως νευρολόγο, νευροχειρούργο) για να αποκλειστούν απειλητικοί για τη ζωή τραυματισμοί στο κεφάλι, τραυματισμοί στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης και νευρολογικές παθήσεις.[3][10]
Κάθε ασθενής με εγκεφαλική διάσειση παρακολουθείται στο νοσοκομείο για 24 ώρες, επειδή θεωρητικά υπάρχει ο κίνδυνος η διάσειση να εξελιχθεί σε ενδοκρανιακό αιμάτωμα. Απαραίτητη είναι και η ακτινογραφία κρανίου. Οι ασθενείς μεταφέρονται στο σπίτι τους όπου παραμένουν κλινήρεις για 3-4 ημέρες, ενώ ακολουθεί σταδιακή κινητοποίηση.[11][12]
Παγκοσμίως, οι διάσειση υπολογίζεται ότι επηρεάζει περισσότερους από 3,5 ανά 1.000 άτομα ετησίως.[13] Ταξινομείται ως ήπια κρανιοεγκεφαλική κάκωση (λέγεται και τραυματική εγκεφαλική βλάβη), γιατί συνήθως δεν είναι απειλητική για τη ζωή, και είναι ο πιο κοινός τύπος της κάκωσης αυτής.[1][6][13]
Σημεία και συμπτώματα
Τα συμπτώματα της διάσεισης ποικίλλουν μεταξύ των ανθρώπων και περιλαμβάνουν σωματικά, γνωστικά και συναισθηματικά συμπτώματα.[14][15] Τα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν αμέσως μετά τον τραυματισμό ή μετά από κάποιο χρονικό διάστημα.[14] Έως και το ένα τρίτο των ατόμων με διάσειση εμφανίζουν παρατεταμένα ή επίμονα συμπτώματα διάσεισης, γνωστά και ως σύνδρομο μεταδιάσεισης, που διαρκούν για 4 εβδομάδες ή περισσότερο σε παιδιά/εφήβους και περισσότερο από 14 ημέρες σε ενήλικες.[10] Η σοβαρότητα των αρχικών συμπτωμάτων είναι ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας του χρόνου αποκατάστασης στους ενήλικες.[16]
Σωματικά συμπτώματα
Οι πονοκέφαλοι είναι το πιο κοινό σύμπτωμα της διάσεισης.[17] Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν ζάλη, έμετο, ναυτία, έλλειψη κινητικού συντονισμού, δυσκολία ισορροπίας ή άλλα προβλήματα με την κίνηση ή την αίσθηση. Τα οπτικά συμπτώματα περιλαμβάνουν ευαισθησία στο φως,[18] θέαση έντονου φωτός,[19] θολή όραση[20] και διπλή όραση.[21] Επίσης, συχνά αναφέρονται εμβοές ή κουδουνίσματα στα αυτιά.[20]
Γνωστικά και συναισθηματικά συμπτώματα
Τα γνωστικά συμπτώματα περιλαμβάνουν σύγχυση, αποπροσανατολισμό και δυσκολία εστίασης της προσοχής. Μπορεί να συμβεί απώλεια συνείδησης, αλλά δεν συσχετίζεται απαραίτητα με τη σοβαρότητα της διάσεισης, εάν είναι σύντομη.[22] Η μετατραυματική αμνησία, στην οποία τα γεγονότα που ακολούθησαν τον τραυματισμό δεν μπορούν να ανακληθούν, είναι χαρακτηριστικό της διάσεισης. Η σύγχυση, ένα άλλο χαρακτηριστικό της διάσεισης, μπορεί να εμφανιστεί αμέσως ή μπορεί να αναπτυχθεί σε μερικά λεπτά.[17] Ένα άτομο μπορεί να επαναλαμβάνει τις ίδιες ερωτήσεις,[23] να αργεί να απαντήσει σε ερωτήσεις ή οδηγίες, να έχει ένα κενό βλέμμα ή να έχει μπερδεμένη ή ασυνάρτητη ομιλία.[24] Άλλα συμπτώματα της διάσεισης περιλαμβάνουν αλλαγές στα πρότυπα ύπνου,[20] και δυσκολίες στον συλλογισμό,[21] στη συγκέντρωση και στην εκτέλεση καθημερινών δραστηριοτήτων.[17]
Μια διάσειση μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στη διάθεση, συμπεριλαμβανομένης της αγανάκτησης, απώλειας ενδιαφέροντος για αγαπημένες δραστηριότητες ή αντικείμενα,[25] δακρύρροια[26] και εκδηλώσεις συναισθημάτων που είναι ακατάλληλες για την περίσταση.[24] Τα κοινά συμπτώματα σε παιδιά με διάσειση περιλαμβάνουν ανησυχία, λήθαργο και ευερεθιστότητα.[27]
Παθοφυσιολογία
Τα πρώιμα και όψιμα κλινικά συμπτώματα της διάσεισης, συμπεριλαμβανομένων των διαταραχών της μνήμης και της προσοχής, του πονοκεφάλου και της μεταβολής της ψυχικής κατάστασης, είναι αποτέλεσμα νευρωνικής δυσλειτουργίας που προκαλείται κυρίως από λειτουργικές και όχι δομικές ανωμαλίες.[29]
Από τον τραυματισμό ξεκινά μια πολύπλοκη σειρά μεταβολικών γεγονότων που οδηγεί σε διαταραχή των ευαίσθητων νευρωνικών ομοιοστατικών ισορροπιών.[30] Ξεκινώντας από τη νευροτοξικότητα, η διαταραχή του ενεργειακού μεταβολισμού που προκαλείται από την αρχική μιτοχονδριακή δυσλειτουργία φαίνεται να είναι η κύρια βιοχημική εξήγηση για τα περισσότερα σημεία και συμπτώματα μετά από διάσειση.[31] Πιο συγκεκριμένα, η επιτάχυνση, η επιβράδυνση ή η περιστροφή της κεφαλής οδηγούν σε οξύ αξονικό τραυματισμό μέσω διαταραχής της οργάνωσης των νευροινιδίων. Η απελευθέρωση ηλεκτρολυτών μέσω της αποπόλωσης των καναλιών ιόντων οδηγεί σε απελευθέρωση νευροδιαβιβαστών και επακόλουθη νευρολογική δυσλειτουργία. Οι αλλαγές στο μεταβολισμό της γλυκόζης μειώνουν την εγκεφαλική ροή αίματος κι έτσι εμφανίζεται η μιτοχονδριακή δυσλειτουργία.[30][32]
Τα εγκεφαλικά κύτταρα μετά τη διάσειση εισέρχονται σε μια περίεργη κατάσταση ευπάθειας και εάν υπάρξει δεύτερη διάσειση ενώ βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση, μπορεί να υποστούν ανεπανόρθωτη βλάβη από την εμφάνιση οιδήματος.[31]
Διάγνωση
Σοβαρά συμπτώματα (απαιτείται επείγουσα εξέταση και ιατρική φροντίδα)[33]
Επιληπτικές κρίσεις ή σπασμοί
Επιδείνωση του πονοκεφάλου
Δυσκολία στο ξύπνημα (ή απώλεια συνείδησης)
Διπλή όραση
Πρόβλημα αναγνώρισης ανθρώπων ή τοποθεσιών ή σύγχυση
Επαναλαμβανόμενοι έμετοι
Μούδιασμα, αδυναμία στα άκρα ή μπερδεμένη ομιλία
Ασυνήθιστη, επιθετική ή ταραγμένη συμπεριφορά
Πόνος ή ευαισθησία στον αυχένα
Όσοι έχουν τραυματιστεί στο κεφάλι αρχικά υποβάλλονται σε μια πρώτη εξέταση για να αποκλειστεί μια πιο σοβαρή επείγουσα ανάγκη, όπως μια ενδοκρανιακή αιμορραγία. Η διαδικασία περιλαμβάνει τον έλεγχο της σοβαρότητας συμπτωμάτων (αναπνευστικής οδού, αναπνοής, κυκλοφορίας)[34] και τη σταθεροποίηση της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης η οποία μπορεί να έχει τραυματιστεί σε κάποιον που έχει βρεθεί αναίσθητος μετά από χτύπημα στο κεφάλι ή στον αυχένα.[35]
Στη συνέχεια πραγματοποιούνται πιο εξειδικευμένες εξετάσεις, όπως νευρολογική εξέταση (όραση, ακοή κ.α.), γνωστικές εξετάσεις (μνήμη, συγκέντρωση, δυνατότητα ανάκλησης πληροφοριών) και στα πιο σοβαρά συμπτώματα, απεικονιστικές εξετάσεις (ακτινογραφία κρανίου).[36]
Οι ενδείξεις ότι απαιτείται περαιτέρω έλεγχος λόγω πιο σοβαρού τραυματισμού είναι η επιδείνωση συμπτωμάτων, όπως πονοκεφάλος, επίμονοι εμετοί, αυξανόμενος αποπροσανατολισμός ή επιδείνωση του επιπέδου συνείδησης, επιληπτικές κρίσεις και άνισο μέγεθος κόρης (ανισοκορία).[35] Όσοι παρουσιάζουν αυτά τα συμπτώματα ή όσοι διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για πιο σοβαρή εγκεφαλική βλάβη, μπορεί να υποβληθούν σε ακτινογραφία κρανίου για την ανίχνευση βλαβών και συχνά παρακολουθούνται για 24-48 ώρες. Η αξονική τομογραφία εγκεφάλου ή η μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου θα πρέπει να αποφεύγονται εκτός εάν υπάρχουν προοδευτικά νευρολογικά συμπτώματα, εστιακά νευρολογικά ευρήματα ή ανησυχία για κάταγμα κρανίου κατά την εξέταση.[37] Οι τομογραφίες τυπικά δεν παρουσιάζουν σημαντικά ευρήματα και ειδικά στις αξονικές τομογραφίες εκθέτουν τα άτομα σε περιττή ακτινοβολία. Κι ενώ τέτοιες εξετάσεις είναι πιο χρήσιμες για τον εντοπισμό δομικών ελαττωμάτων, ένας τραυματισμός από διάσειση είναι μεταβολικής και μικροσκοπικής φύσης που συχνά εμφανίζει φυσιολογικά ευρήματα στη νευροαπεικόνιση.[5]
Αντιμετώπιση
Τα συμπτώματα διάσεισης μπορούν να επηρεάσουν τους ανθρώπους με διάφορους τρόπους, συμπεριλαμβανομένης της όρασης, της ισορροπίας και ακόμη και της διάθεσης. Στο παρελθόν, η καθιερωμένη θεραπεία για τη διάσειση ήταν η ανάπαυση. Ωστόσο, οι νεότερες προσεγγίσεις περιλαμβάνουν θεραπεία για τη στόχευση συγκεκριμένων συμπτωμάτων. Υπάρχουν κλινικές που βοηθούν στον προσδιορισμό του συστήματος που επηρεάζεται περισσότερο και της κατάλληλης θεραπείας για μια δεδομένη συμπτωματολογία. Επιπλέον, μπορεί να χρειαστεί ενδελεχής ιατρική εξέταση πριν κάποιος επιστρέψει σε αθλητικές δραστηριότητες με πιθανότητα επαφής ή περαιτέρω τραυματισμού στο κεφάλι.[5]
Επιπλοκές
Μετά από διάσειση, μερικοί άνθρωποι μπορεί να υποφέρουν από επίμονα συμπτώματα, όπως προβλήματα μνήμης και συγκέντρωσης, εναλλαγές διάθεσης, αλλαγές προσωπικότητας, πονοκέφαλο, κόπωση, ζάλη, αϋπνία και υπερβολική υπνηλία για αρκετές εβδομάδες έως μήνες. Οι άνθρωποι αυτοί θα πρέπει να αποφεύγουν δραστηριότητες που τους θέτουν σε κίνδυνο για επαναλαμβανόμενη διάσειση και θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο τερματισμού της συμμετοχής στο άθλημα. Εάν υπάρχει δεύτερη διάσειση πριν από την πλήρη ανάρρωση, τα άτομα οδηγούνται σε ένα οξύ και συχνά θανατηφόρο οίδημα του εγκεφάλου. Η πρόσκρουση θεωρείται ότι προκαλεί αγγειακή συμφόρηση και αυξημένη ενδοκρανιακή πίεση, η οποία μπορεί να συμβεί πολύ γρήγορα και μπορεί να είναι δύσκολο ή αδύνατο να ελεγχθεί. Ο κίνδυνος αυτός είναι υψηλότερος σε αθλήματα όπως η πυγμαχία, το ποδόσφαιρο, το χόκεϊ επί πάγου, το αμερικανικό ποδόσφαιρο, το μπέιζμπολ, το μπάσκετ και το σκι. Στις ΗΠΑ, καταγράφονται κατά μέσο όρο 1,5 θάνατοι ετησίως από διάσειση από αθλητική δραστηριότητα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, μια διάσειση, συνήθως αδιάγνωστη, είχε συμβεί πριν από την τελική διάσειση.[5][38]
Φαρμακευτική αγωγή
Για τη θεραπεία πονοκεφάλων, προβλημάτων ύπνου και κατάθλιψης μπορεί να συνταγογραφηθούν φάρμακα.[39] Για την αντιμετώπιση πονοκεφάλων μπορούν να ληφθούν αναλγητικά, όπως η ιβουπροφαίνη,[40] αλλά προτιμάται η παρακεταμόλη για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου ενδοκρανιακής αιμορραγίας.[41] Άλλα φάρμακα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν περιλαμβάνουν αντισπασμωδικά για την αντιμετώπιση των επιληπτικών κρίσεων, αντιπηκτικά για την πρόληψη θρόμβων αίματος, διουρητικά που βοηθούν στη μείωση της συσσώρευσης υγρών και στη μείωση της πίεσης στον εγκέφαλο, διεγερτικά για την αύξηση της εγρήγορσης, και αντικαταθλιπτικά και φάρμακα κατά του άγχους για τη θεραπεία της κατάθλιψης και των συναισθημάτων φόβου και νευρικότητας.[38][42] Τα άτομα με διάσειση συνιστώνται να μην χρησιμοποιούν αλκοόλ ή άλλα φάρμακα που δεν έχουν εγκριθεί από γιατρό, καθώς μπορεί να εμποδίσουν την επούλωση.[43]
Έχει υπολογιστεί ότι περίπου το 1% των ατόμων που λαμβάνουν θεραπεία για εγκεφαλική διάσειση χρειάζονται χειρουργική επέμβαση για να αντιμετωπιστεί η κρανιοεγκεφαλική κάκωση.[44]
↑«Concussion: All - MayoClinic.com». web.archive.org. 12 Ιουνίου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουνίου 2022.CS1 maint: Unfit url (link)