Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 14/02/2020.
Η διεπιστημονικότητα (interdisciplinarity) είναι ο συνδυασμός δύο ή και περισσότερων κλάδων επιστημονικής γνώσεως σε μία δραστηριότητα (π.χ. ένα ερευνητικό πρόγραμμα). Ο όρος βρίσκει την πλήρη σημασία του όταν δημιουργείται κάτι το νέο από τη σκέψη πέρα από τα σύνορα των επιστημών. Διεπιστημονικός κλάδος ή πεδίο είναι ο κλάδος ή το πεδίο που απλώνεται πάνω από τα παραδοσιακά σύνορα μεταξύ επιστημών ή κλάδων τους ή και σχολών σκέψεως (το τελευταίο αφορά κυρίως τις επιστήμες του ανθρώπου και τα οικονομικά). Βασικός παράγοντας για την υπέρβαση αυτή είναι η εμφάνιση νέων αναγκών και ασχολιών, δηλαδή πρακτικοί λόγοι. Οι μεγάλες ομάδες έργων μηχανικού είναι συνήθως διεπιστημονικές, καθώς απαιτούνται επιστήμονες διαφορετικών ειδικοτήτων για τη σχεδίαση και την κατασκευή π.χ. ενός σταθμού παραγωγής ενέργειας ή ενός κινητού τηλεφώνου. Ωστόσο, ο όρος «διεπιστημονικός» περιορίζεται συχνά (σε αρκετές αναφορές του) στη βασική επιστήμη και στο ακαδημαϊκό περιβάλλον.
Ο όρος εφαρμόζεται στην εκπαίδευση για να περιγράψει εκπαιδευτικά προγράμματα που αντλούν έννοιες και μεθόδους αρκετών παραδοσιακών πεδίων σπουδών. Η διεπιστημονικότητα απασχολεί ερευνητές, φοιτητές και καθηγητές στον στόχο της συνθέσεως αυτών των πεδίων ή αρκετών διαφορετικών ακαδημαϊκών σχολών σκέψεως ή τεχνολογιών στην επιδίωξη ενός κοινού σκοπού. Η υπερθέρμανση του πλανήτη π.χ. απαιτεί την κατανόηση διαφορετικών κλάδων για την επίλυση πολυσύνθετων προβλημάτων.
Από την άλλη, μπορεί να υπάρχει καταφυγή στη διεπιστημονικότητα σε περιπτώσεις στις οποίες το αντικείμενο φαίνεται ότι παραμελείται ή να μην καλύπτεται από τους παραδοσιακούς κλάδους, που αντιπροσωπεύονται στην παραδοσιακή ακαδημαϊκή δομή ερευνητικών ιδρυμάτων (π.χ. μελέτες της έμφυλης ταυτότητας ή της πολυπολιτισμικότητας).
Ο όρος «διεπιστημονική μελέτη» χρησιμοποιείται συχνότερα σε κύκλους της τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως, όταν ερευνητές από δύο ή περισσότερους κλάδους ή επιστήμες συζητούν τις διαφορετικές προσεγγίσεις τους σε ένα ζήτημα και τις τροποποιούν έτσι ώστε να γίνονται πιο κατάλληλες για την αντιμετώπισή του. Σήμερα, σε μαθήματα με διδασκαλία από ομάδα, απαιτείται από τους φοιτητές και τις φοιτήτριες να κατανοήσουν ένα δεδομένο θέμα με όρους διαφορετικών παραδοσιακών επιστημών. Π.χ. το αντικείμενο της χρήσεως γης μπορεί να εμφανίζεται διαφορετικό όταν εξετάζεται από την πλευρά διαφορετικών επιστημών, όπως της βιολογίας, της γεωγραφίας, της πολιτικής και των οικονομικών.
Frodeman, R.; Mitcham, C. (Φθινόπωρο 2007). «New Directions in Interdisciplinarity: Broad, Deep, and Critical». Bulletin of Science, Technology, and Society27 (6): 506–514. doi:10.1177/0270467607308284.
Franks, D.; Dale, P.; Hindmarsh, R.; Fellows, C.; Buckridge, M.; Cybinski, P. (2007). «Interdisciplinary foundations: reflecting on interdisciplinarity and three decades of teaching and research at Griffith University, Australia». Studies in Higher Education32 (2): 167–185. doi:10.1080/03075070701267228.
Frodeman, R., Klein, J.T., Mitcham, C.: Oxford Handbook of Interdisciplinarity, Oxford University Press, 2010
Henry, Stuart (2005). «Disciplinary hegemony meets interdisciplinary ascendancy: Can interdisciplinary/integrative studies survive, and if so how?». Issues in Integrative Studies23: 1–37.
Kockelmans, Joseph J. (επιμ.): Interdisciplinarity and Higher Education, The Pennsylvania State University Press, 1979, ISBN 9780271038261
Lipton, Michael (1970). «Interdisciplinary Studies in Less Developed Countries». Journal of Development Studies7 (1): 5–18. doi:10.1080/00220387008421343.
Peter Weingart & Nico Stehr (επιμ.): Practicing Interdisciplinarity, University of Toronto Press, 2000
Peter Weingart & Britta Padberg (επιμ.): University Experiments in Interdisciplinarity - Obstacles and Opportunities, Τranscript Verlag, Bielefeld 2014