Ο Δαβίδ Αρ(ε)ιανίτης ήταν υψηλόβαθμος βυζαντινός διοικητής στις αρχές του 11ου αιώνα.
Προέλευση
Η προέλευση του επωνύμου είναι αβέβαιη και έχουν προταθεί διαφορετικές θεωρίες, που κυμαίνονται από διάφορες ανθρωπονομαστικές και τοπωνυμικές προελεύσεις της ινδοευρωπαϊκής λέξης arya, έως το όνομα μίας μικρής ιλλυρικής φυλής, των Arinistae/Armistae[1]. Το όνομα «Αρ(ε)ιανίτης» θεωρείται επομένως ότι είναι αλβανικής καταγωγής[2]. Ο Δαβίδ θεωρείται μερικές φορές το πρώτο μέλος της φάρας των Αριανίτη, η οποία ήταν ενεργή στην ύστερη μεσαιωνική Αλβανία, αλλά η σύνδεση δεν μπορεί να επαληθευτεί λόγω έλλειψης πηγών[1].
Το 1016 στον Αριανίτη ανατέθηκε να καταλάβει το βουλγαρικό φρούριο της Στρούμιτσα· κατά την αποστολή κατέλαβε και το φρούριο της Θερμίτζας[3]. Το 1017 ο Αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ εισέβαλε στη Βουλγαρία με μεγάλο στρατό. Στόχος του ήταν η πόλη της Καστοριάς, που έλεγχε το δρόμο μεταξύ της Θεσσαλίας και των ακτών της σημερινής Αλβανίας. Έστειλε τμήματα του στρατού του υπό τον Αριανίτη και τον Κωνσταντίνο Διογένη, για να λεηλατήσουν την Πελαγονία. Ο ίδιος ο Βασίλειος Β΄ κατάφερε να καταλάβει αρκετά από τα μικρά βουλγαρικά κάστρα, αλλά όλες οι προσπάθειες κατάληψης της Καστοριάς παρέμεναν μάταιες[3].
Μετά το τέλος του τσάρου Ιβάν Βλαντισλάβ τον Φεβρουάριο του 1018 και την κατάρρευση της βουλγαρικής αντίστασης, ο Βασίλειος Β΄ τοποθέτησε τον Δαβίδ Αριανίτη ως στρατηγό αυτοκράτορα των Σκοπίων και ως κατεπάνο της κατακτημένης Βουλγαρίας, υπονοώντας εξουσίες διοίκησης επί των άλλων περιφερειακών διοικητών στα βόρεια Βαλκάνια (το Σίρμιο με το Ρας και το Δυρράχιο)[4].