Το Γκόζο εκτιμάται ότι κατοικήθηκε κατά τη Νεολιθική Εποχή (γύρω στο 5000 π.Χ.), όταν αγρότες από την κοντινή Σικελία κατέφθασαν διά θαλάσσης στο νησί.[9] Λόγω της ανακάλυψης κεραμικών που είναι παρόμοια με κεραμικά που ανακαλύφθηκαν στην περιοχή του Ακράγαντα, έχει προταθεί ότι οι πρώτοι άποικοι προέρχονταν από την συγκεκριμένη περιοχή της Σικελίας. Εκτιμάται ότι αυτοί οι πρώτοι αγρότες κατοίκησαν αρχικά σε σπηλιές στα περίχωρα του σημερινού Αγίου Λαυρεντίου.[9]
Κατά τη νεολιθική περίοδο φαίνεται να χτίστηκαν οι ναοί Τζαντίγια, οι οποίοι αποτελούν κάποιες από τις παλαιότερες θρησκευτικές κατασκευές του κόσμου. Το όνομά τους στα μαλτέζικα σημαίνει ότι ανήκουν στους γίγαντες, επειδή ο θρύλος στη λαογραφία της Μάλτας θεωρεί ότι οι ναοί χτίστηκαν από γίγαντες.[10] Ένας άλλος σημαντικός αρχαιολογικός χώρος στο Γκόζο, ο οποίος επίσης χρονολογείται στη νεολιθική περίοδο, είναι το Υπόγειο του Σάγκρα. Επίσης, η τοπική παράδοση και ορισμένοι αρχαίοι Έλληνες ιστορικοί (όπως ο Ευήμερος ο Μεσσήνιος και ο Καλλίμαχος) ταυτίζουν το Γκόζο με το ομηρικό νησί Ωγυγία, στο οποίο κατοικούσε η Καλυψώ.[11] Σύμφωνα με την ιστορία αυτή, η νύμφη Καλυψώ, διέθετε μεγάλες υπερφυσικές δυνάμεις και ήταν ερωτευμένη με τον Οδυσσέα, τον οποίο κρατούσε αιχμάλωτο για 7 χρόνια, μέχρι να τον αφήσει τελικά να συνεχίσει το ταξίδι του για την Ιθάκη.[12] Ο Διόδωρος Σικελιώτης στην Ιστορική του Βιβλιοθήκη ανέφερε ότι η Γαύλος αποτέλεσε αποικία των Φοινίκων και ότι ήταν προικισμένη με καλούς λιμένες.[13][14]
Το Γκόζο καταλήφθηκε από τους Καρχηδόνιους, οι οποίοι έχτισαν στα νησιά ένα ναό προς τιμήν της θεάς Αστάρτης.[15] Το 218 π.Χ. τα νησιά βρέθηκαν στον έλεγχο της Ρώμης και έγιναν μέρος της επαρχίας Σικελίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι διατήρησαν το δικαίωμα να κόβουν δικά τους νομίσματα με βάση τον ρωμαϊκό σταθμητικό κανόνα.[16] Σε νόμισμα του Γκόζο, που έχει διασωθεί, απεικονίζεται στην μία όψη η κεφαλή της θεάς Αστάρτης και μία ημισέληνος και στην άλλη όψη ένας πολεμιστής, ένα άστρο και η ελληνική επιγραφή ΓΑΥΛΙΤΩΝ.[15]
Τον Ιούλιο του 1551 οι Οθωμανοί, υπό τους Σινάν Πασά και Τουργκούτ Ρέις, εισέβαλαν και λεηλάτησαν το Γκόζο, αιχμαλωτίζοντας σχεδόν το σύνολο από τους 5.000 περίπου κατοίκους του. Τους ανθρώπους αυτούς τους μετέφεραν στα σκλαβοπάζαρα της Τριπολίτιδας. Το νησί Γκόζο ξανακατοικήθηκε μεταξύ των ετών 1565 και 1580, με κατοίκους που έφθασαν από το νησί της Μάλτας, το οποίο βρισκόταν υπό την κυριαρχία των Ιωαννιτών Ιπποτών.[17]
Η ιστορία του Γκόζο είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία του νησιού της Μάλτας, αφού το Γκόζο διοικείται ανέκαθεν από τη Μάλτα. Η μόνη γνωστή εξαίρεση αφορά την περίοδο 1798-1801, όταν το Γκόζο απέκτησε τοπική αυτονομία, αν και ουσιαστικά βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Βασιλιά των Δύο ΣικελιώνΦερδινάνδο Α΄. Στις 4 Σεπτεμβρίου 1800 οι γαλλικές στρατιωτικές δυνάμεις στην Βαλέτα παραδόθηκαν στους Βρετανούς, οι οποίοι την ίδια ημέρα απέκτησαν τόσο τη Μάλτα όσο και το Γκόζο ως προτεκτοράτο τους. Στις 23 Ιουλίου 1813 η Μάλτα έγινε επισήμως αποικία του βρετανικού Στέμματος.[17][18]
Στις 14 Απριλίου 1961 ιδρύθηκε το Αστικό Συμβούλιο του Γκόζο, που αποτέλεσε μία πρώτη μορφή τοπικής αυτοδιοίκησης. Ήταν το πρώτο πείραμα στην τοπική αυτοδιοίκηση της Μάλτας, μετά από τη σύντομη περίοδο της αυτονομίας του Γκόζο το διάστημα 1798-1800. Το 1973 η κυβέρνηση της Μάλτας διεξήγαγε ένα δημοψήφισμα για την κατάργηση του Συμβουλίου, υποστηρίζοντας ότι το Συμβούλιο είχε την εξουσία να επιβάλλει αυξήσεις σε φόρους. Το 76,97% των ψηφοφόρων του Γκόζο ψήφισε υπέρ της κατάργησης του Αστικού Συμβουλίου του Γκόζο.[19]
Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 έγιναν προσπάθειες για μεγαλύτερη εκπροσώπηση του Γκόζο στην κυβέρνηση της Μάλτας. Έτσι, το 1987 θεσπίστηκε το Υπουργείο για το Γκόζο (υποβιβασμένο σε κοινοβουλευτική γραμματεία τα έτη 1996-1998). Η τοπική αυτοδιοίκηση αποκαταστάθηκε με την εισαγωγή του νόμου περί τοπικών συμβουλίων το 1993. Το Γκόζο, σύμφωνα με αυτό το νόμο, διαθέτει 14 Δήμους.[20]
Το Γκόζο φημίζεται για τα αξιοθέατά του. Μερικά από αυτά περιλαμβάνουν την σπηλιά της Καλυψούς και τους νεολιθικούς ναούς Τζαντίγια.[24]
Το Γκόζο περιλαμβάνει μία έκταση 67 χλμ2, περίπου την ίδια έκταση με το νησί Μανχάταν της Νέας Υόρκης. Βρίσκεται 2,2 ναυτικά μίλια (4 χλμ) βορειοδυτικά του νησιού της Μάλτας, έχει ωοειδή μορφή και έχει μήκος περίπου 14 χλμ και πλάτος περίπου 7 χλμ.. [25]
Δύο από τις πιο γνωστές παραλίες του Γκόζο είναι η Σαν Μπλας και η Ράμλα.[26]
Το Γκόζο είναι ένα πολύ λοφώδες νησί, καθώς υπάρχουν 31 λόφοι και λοφίσκοι. Το υψηλότερο σημείο στο νησί βρίσκεται κοντά στο χωριό Άγιος Λαυρέντιος, όπου βρίσκεται ο λόφος Τα Ντμπέγκι με υψόμετρο 190 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.[27][28][29]
↑ 9,09,1«History of Gozo». islandofgozo.org. Gozo Tourism Association. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2014.