Σύμφωνα με τον Κάρελ φαν Μάντερ μετοίκησε για να ζήσει στην Αμβέρσα μαζί με διευθυντή σχολείου, ονόματι Γιάκομπ Μπόον (Jacob Boon), όπου έμαθε μόνος του τα βασικά στοιχεία της ζωγραφικής.[5] Αφού έγινε ειδήμων, μετοίκησε διαμένοντας με τον ζωγράφο Χίλλις Μόστερτ και τον βοήθησε να δημιουργήσει τις τοπιογραφίες του, παρόμοιες με του αδελφού του, Φρανς Μόστερτ.[5] Μερικές από αυτές τις πρώιμες τοπιογραφίες μπορούσε κανείς να δει στην οικία του Χέντρικ Λάουβερς Σπίγκελ (Hendrick Louwersz Spieghel) την εποχή που ο Μάντερ συνέγραφε το βιβλίο του (1604).[5] Ο Σουνς και ο Μάντερ συναντήθηκαν κατά το ταξίδι του Μάντερ στην Ιταλία, όπου ο Σουνς δημιουργούσε μικρούς πίνακες για τον Πάπα ης Ρώμης.[5]
Σύμφωνα με το Ολλανδικό Ίδρυμα Ιστορίας της Τέχνης βρισκόταν στη Ρώμη από το 1573 και στην Πάρμα το 1575.[6] Ήταν ιδιαίτερα δραστήριος από το 1575 με τον Οίκο των Φαρνέζε στη Ρώμη, και στην Πιατσέντσα και στην Πάρμα στις αρχές του 17ου αιώνα.[7] Ζωγράφισε πίνακες με ιστορικό περιεχόμενο, όπως ο μανιεριστικής τεχνοτροπίας πίνακας Δίας και Αντιόπη,[8] καθώς και πίνακες με θρησκευτικά θέματα, τα οποία ανακλούσαν τα διατάγματα της Συνόδου του Τρέντο επί της τέχνης και τα ιδεώδη της Αντιμεταρρύθμισης σχετικά με την ευσέβεια.[9]