Ένας βαλλιστικός πύραυλος είναι πύραυλος ο οποίος ακολουθεί μια βαλλιστική, υπο-τροχιακή πορεία πτήσης με στόχο τον βομβαρδισμό ενός προκαθορισμένου στόχου με μία ή περισσότερες κεφαλές (συχνά πυρηνικές). Ο πύραυλος καθοδηγείται μόνο κατά τη σχετικά σύντομη αρχική φάση πτήσης του και, στη συνέχεια, η πορεία του διέπεται από τους νόμους της τροχιακής μηχανικής και της βαλλιστικής. Μέχρι σήμερα, οι βαλλιστικοί πύραυλοι προωθούνται κατά τη διάρκεια της πτήσης, με χημικές πυραυλικές μηχανές διαφόρων τύπων.
Ιστορία
Ο πρώτος βαλλιστικός πύραυλος ήταν ο A-4 [1] , κοινώς γνωστός ως πύραυλος V-2. Αναπτύχθηκε από τη Ναζιστική Γερμανία κατά τη δεκαετία του 1930 και του 1940 υπό τη διεύθυνση του Βέρνερ φον Μπράουν. Η πρώτη επιτυχής εκτόξευση του V-2 έγινε στις 3 Οκτωβρίου 1942 και μπήκε σε επιχειρησιακή λειτουργία στις 6 Σεπτεμβρίου 1944 εναντίον του Παρισιού. Δύο μέρες αργότερα ακολούθησε επίθεση στο Λονδίνο. Μέχρι το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Μάιο του 1945, πάνω από 3.000 πύραυλοι V-2 είχαν εκτοξευθεί.
Συνολικά 30 έθνη έχουν εγκαταστήσει λειτουργικά έτοιμους βαλλιστικούς πυραύλους. Περαιτέρω ανάπτυξη συνεχίζεται, με περίπου 100 δοκιμές (μη συμπεριλαμβανομένων εκείνων των ΗΠΑ) βαλλιστικών πυραύλων το 2007, ως επί το πλείστον από την Κίνα, το Ιράν και τη Ρωσική Ομοσπονδία.[2] Το 2010, κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Ρωσίας υπέγραψαν συνθήκη για τη μείωση των διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων τους κατά την επόμενη επταετία (μέχρι το 2017) σε 1.550 μονάδες ο καθένας.[3]
Πτήση
Η τροχιά ενός βαλλιστικού πυραύλου αποτελείται από τρία στάδια: το στάδιο της προώθησης, το στάδιο ελεύθερης πτήσης, το οποίο αποτελεί και το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού χρόνου πτήσης, και το στάδιο της επανεισόδου, όπου το βλήμα επανέρχεται στην ατμόσφαιρα της Γης.
Οι βαλλιστικοί πύραυλοι μπορούν να εκτοξευθούν από σταθερές τοποθεσίες ή από κινητές πλατφόρμες εκτόξευσης, συμπεριλαμβανομένων οχημάτων (αυτοκινούμενοι εκτοξευτές πυραύλων - TELs), αεροσκαφών, πλοίων και υποβρυχίων. Η φάση της προώθησης μπορεί να διαρκέσει από μερικές δεκάδες δευτερόλεπτα έως αρκετά λεπτά και μπορεί να αποτελείται από πολλαπλά πυραυλικά στάδια εκτόξευσης.
Όταν βρίσκεται στο διάστημα, δεν παρέχεται άλλη ώση και έτσι ο πύραυλος εισέρχεται στη φάση ελεύθερης πτήσης. Για να καλύψει μεγάλες αποστάσεις, οι βαλλιστικοί πύραυλοι εκτοξεύονται συνήθως σε ύψος ανάλογο με μιας υπο-τροχιακής διαστημικής πτήσης. Το μεγαλύτερο υψόμετρο (απόγειο) που έχει επιτευχθεί για διηπειρωτικούς πυραύλους κατά τη φάση της ελεύθερης πτήσης, είναι γύρω στα 1.200 χιλιόμετρα.
Το στάδιο επανεισόδου αρχίζει σε υψόμετρο όπου η δύναμη της οπισθέλκουσας λόγω της ατμοσφαιρικής αντίστασης παίζει σημαντικό ρόλο στην τροχιά του πυραύλου και διαρκεί μέχρι την πρόσκρουσή του.
Τύποι βαλλιστικών πυραύλων
Οι βαλλιστικοί πύραυλοι μπορεί να διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό ως προς το βεληνεκές και τη χρήση τους, και συνήθως διαιρούνται σε κατηγορίες με βάσει το βεληνεκές. Διάφορα σχήματα χρησιμοποιούνται από διαφορετικές χώρες, για την κατηγοριοποίηση των βεληνεκών των βαλλιστικών πυραύλων:
Τακτικός βαλλιστικός πύραυλος: Βεληνεκές μεταξύ 150 χλμ. και 300 χλμ.
Βαλλιστικός πύραυλος εκτοξευόμενος από υποβρύχιο (SLBM): Εκτόξευση από υποβρύχια βαλλιστικών πυραύλων (SSBNs). Όλα τα σύγχρονα σχέδια έχουν διηπειρωτικό βεληνεκές.
Μικρού και μεσαίου βεληνεκούς πύραυλοι συχνά αναφέρονται από κοινού ως τακτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι ή θεάτρου επιχειρήσεων (TBMs). Μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς βαλλιστικοί πύραυλοι συνήθως σχεδιάζονται για να φέρουν πυρηνικά όπλα, διότι το ωφέλιμο φορτίο τους είναι πολύ περιορισμένο έτσι ώστε τα συμβατικά εκρηκτικά να είναι αποτελεσματικά (αν και οι ΗΠΑ εξετάζουν την ιδέα ενός διηπειρωτικού πυραύλου οπλισμένου με συμβατικά εκρηκτικά που θα παρέχουν την ικανότητα κοντινών, ακαριαίων αεροπορικών επιθέσεων παγκοσμίως, παρά το υψηλό κόστος).[4]
Η φάση ελεύθερης πτήσης των βαλλιστικών πυραύλων είναι ίδια για όλους (και για τους ICBMs), εκτός από τους πυραύλους με βεληνεκές μικρότερο των 350 χιλιομέτρων, οι οποίοι δεν έχουν καμία εξωατμοσφαιρική δραστηριότητα.
Οιονεί βαλλιστικοί πύραυλοι
Ένας οιονεί βαλλιστικός πύραυλος (επονομαζόμενος και ως ημι-βαλλιστικός πύραυλος) είναι μια κατηγορία πυραύλων που έχουν χαμηλή τροχιά και/ή είναι σε μεγάλο βαθμό βαλλιστικοί, αλλά μπορούν να κάνουν ελιγμούς κατά την πτήση ή απροσδόκητες αλλαγές στην κατεύθυνση και το βεληνεκές.[2]
Σε χαμηλότερη τροχιά από ένα βαλλιστικό πύραυλο, ένας οιονεί βαλλιστικός πύραυλος μπορεί να διατηρήσει υψηλότερη ταχύτητα, αφήνοντας, ως εκ τούτου, λιγότερο χρόνο στον στόχο του να αντιδράσει στην επίθεση, εις βάρος της περιορισμένης εμβέλειας.
Ο ρωσικός πύραυλος Ισκαντέρ (Iskander), και o Shaurya της Ινδίας είναι οιονεί βαλλιστικοί πύραυλοι. Ο Shaurya επιτυγχάνει υπερηχητικές ταχύτητες πολύ σύντομα μετά την εκτόξευση και, στη συνέχεια, ταξιδεύει στο στόχο του σε υψόμετρο έως και 50 χιλιόμετρα, ακολουθώντας ένα οιονεί βαλλιστικό μονοπάτι. Αυτό βοηθά το βλήμα να αποφύγει έναν αντι-βαλλιστικό πύραυλο και να χτυπήσει το στόχο με ακρίβεια.[5]
Πύραυλοι οι οποίοι συνδυάζουν ένα ευέλικτο όχημα επανεισόδου (MaRV), με ένα τερματικό σύστημα καθοδήγησης, επιτρέποντάς τους να προσαρμόζουν το μονοπάτι πτήσης τους, καθώς πλησιάζουν τον στόχο τους, πιστεύεται ότι βρίσκονται υπό ανάπτυξη στην Κίνα για να χρησιμοποιηθούν ως αντι-ναυτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι.