Με το όνομα Αργοναυτική εκστρατεία φέρεται, στην Ελληνική Μυθολογία, η εκστρατεία του Ιάσονα και του πληρώματος του από την Ιωλκό στην Κολχίδα του Εύξεινου Πόντου για να πάρουν το χρυσόμαλλο δέρας, η οποία και εκφράζει αλληγορικά τη δεύτερη ιστορική μεγάλη αποίκηση των Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο. Η εκστρατεία αυτή πήρε το όνομά της από το πλοίο του Ιάσονα, την Αργώ, η οποία με τη σειρά της ονομάστηκε έτσι λόγω του κατασκευαστή της, Άργου.
Για την εκστρατεία αυτή έγραψε ο Απολλώνιος ο Ρόδιος στο βιβλίο του «Αργοναυτικά»[1]. Το χρυσόμαλλο δέρας το χρειαζόταν ο Ιάσονας για να κερδίσει το θρόνο του που του είχε υφαρπάξει ο αδελφός του πατέρα του, ο Πελίας.
Αποστολή
Αφού συγκεντρώθηκαν οι Αργοναύτες, ο Ιάσων τους ζήτησε να εκλέξουν τον αρχηγό τους. Όλοι τότε στράφηκαν στον Ηρακλή. Αυτός, όμως, υπέδειξε για αρχηγό τον Ιάσονα, αφού ετούτος είχε οργανώσει το ταξίδι. Οι υπόλοιποι Αργοναύτες συμφώνησαν με την πρόταση του Ηρακλή και έτσι η αρχηγία της εκστρατείας ανατέθηκε στον Ιάσονα.
Ο αριθμός των Αργοναυτών, ο οποίος αναφέρεται στα αρχαία ελληνικά κείμενα, ποικίλλει. Ο Πίνδαρος αναφέρει δέκα, ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος σαράντα οκτώ, ο Απολλώνιος ο Ρόδιος, στα Αργοναυτικά, πενήντα πέντε, ενώ άλλοι συγγραφείς, εξήντα. Μόνο είκοσι οκτώ από τα παρακάτω ονόματα περιλαμβάνονται σταθερά σε όλα τα αρχαία ελληνικά κείμενα. Συγκεχυμένες είναι και οι πληροφορίες για τη χωρητικότητα της Αργούς. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι ήταν σχεδιασμένη για πενήντα πέντε κωπηλάτες, άλλες για πενήντα (πεντηκοντήρης) και άλλες για τριάντα. Η μόνη γυναίκα που, με βάση ορισμένες πηγές, έλαβε μέρος στην εκστρατεία ήταν η παρθένος κυνηγός Αταλάντη. Ωστόσο, η συμμετοχή της αμφισβητείται. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Απολλόδωρο τον Αθηναίο, έλαβε μέρος στην εκστρατεία, όμως ο Απολλώνιος ο Ρόδιος αναφέρει ότι ο Ιάσονας δεν της επέτρεψε, τελικά, να επιβιβαστεί στο πλοίο, καθώς φοβόταν να υπάρχει μία γυναίκα μόνη μεταξύ τόσων ανδρών.
Το ταξίδι τους άρχισε από το πέρασμά τους από τη Θράκη, όπου βρήκαν τον μάντη Φινέα κι ο οποίος τους είπε ότι θα περάσουν από τις Συμπληγάδες πέτρες. Τους συμβούλεψε να αφήσουν πρώτα ένα περιστέρι να περάσει κι αν αυτό περνούσε, τότε θα περνούσε κι η Αργώ. Όταν φτάσανε στις Συμπληγάδες, ακολούθησαν τη συμβουλή του Φινέα και το περιστέρι κατάφερε να περάσει,[2] τσακίζοντας μόνο λίγο την ουρά του. Ο Ιάσονας είπε στους Αργοναύτες να κάνουν γρήγορο κουπί για να περάσουν και η Αργώ κατάφερε να περάσει από τις Συμπληγάδες, χτυπώντας μόνο λίγο στην πρύμνη. Μετά από πολλή ώρα, φτάσανε στη μακρινή Κολχίδα και ο Ιάσονας πήγε να συναντήσει τον Βασιλιά Αιήτη και την κόρη του Μήδεια για να ζητήσει το Χρυσόμάλλο Δέρας. Ο Αιήτης συμφώνησε να του το δώσει αφού πρώτα έφερνε εις πέρας τρεις δύσκολους άθλους. Συγκεκριμένα, τους ζήτησε να πάρει δύο ταύρους με χάλκινα πόδια και πύρινη ανάσα και να οργώσει ένα χωράφι, έπειτα να σπείρει δόντια δράκου και τέλος να πολεμήσει τους γίγαντες που θα βγουν από τα δόντια του δράκου. Ο Ιάσονας, με τη βοήθεια της Μήδειας, όργωσε το χωράφι με τους ταύρους κι έπειτα τον συμβούλεψε να ρίξει μία πέτρα για να πολεμήσουν οι γίγαντες μεταξύ τους. Ο Ιάσονας ακολούθησε τη συμβουλή της και οι γίγαντες πολέμησαν μέχρι θανάτου. Η Μήδεια άκουσε πως ο Αιήτης δε θα έδινε το Χρυσόμαλλο Δέρας στον Ιάσονα παρά την εκπλήρωση των άθλων, και μάλιστα σκόπευε να κάψει και την Αργώ. Έτσι, ο Ιάσονας η Μήδεια και ο Ορφέας πήγανε στο ιερό δάσος του Θεού Άρη και βρήκαν τον ακοίμητο δράκο που φύλαγε το Χρυσόμαλλο Δέρας. Η Μήδεια έριξε ένα μαγικό υγρό το οποίο έκλεισε τα μάτια του δράκου, ενώ ο Ορφέας έπαιξε γλυκά τη λύρα του με αποτέλεσμα ο δράκος να αποκοιμηθεί και ο Ιάσονας να πάρει το Χρυσόμαλλο Δέρας. Επιστρέφοντας στην πατρίδα, ο Ιάσονας παρέδωσε το Χρυσόμαλλο Δέρας στον Πελία, αλλά εκείνος δεν κράτησε τον λόγο του και δεν έδωσε τον θρόνο στον Ιάσονα. Ο Ιάσονας παντρεύτηκε τη Μήδεια και πήγαν μαζί στην Κόρινθο, όπου αφιέρωσε την Αργώ στον Θεό Ποσειδώνα και διοργάνωσε αγώνες προς τιμήν του. Συχνά, πήγαινε και καθόταν κοντά στην Αργώ, μέχρι που χρόνια μετά, όταν είχε γεράσει, έπεσε ένα ξύλο από το κατάρτι και τον σκότωσε.