Ο Αντίνοος ή Αντίνους αναφέρεται στην Οδύσσεια του Ομήρου ως ένας από τους δύο - ο άλλος ήταν ο Ευρύμαχος - αρχηγούς των μνηστήρων της Πηνελόπης. Ήταν γιος του Ευπείθη.
Όπως και οι υπόλοιποι μνηστήρες, εκμεταλλεύεται τη φιλοξενία της Πηνελόπης και κατασπαταλά το βιος του Οδυσσέα. Ενόσω ο Τηλέμαχος ταξιδεύει στην Πύλο και τη Σπάρτη για να πληροφορηθεί σχετικά με την τύχη του πατέρα του, ο Αντίνοος μαζεύει είκοσι άνδρες και του στήνει ενέδρα σε μια νησίδα που βρίσκεται στον πορθμό ανάμεσα στην Ομηρική Ιθάκη και τη Σάμη[1], που ονομάζεται "Ἀστερίς".[2] Η ενέδρα όμως με την επέμβαση της Αθηνάς αποτυγχάνει.[3] Όταν ο Μελάνθιος φέρνει τον Οδυσσέα (μεταμφιεσμένο σε ζητιάνο) στο παλάτι, ο Αντίνοος επιπλήττει τον αιγοβοσκό που έφερε άλλον έναν επαίτη και δε διστάζει να ρίξει ένα κάθισμα στον δεξί ώμο του Οδυσσέα.[4]
Στη Μνηστηροφονία, ο Οδυσσέας σκοτώνει πρώτο τον Αντίνοο, ρίχνοντάς του ένα βέλος στο λαιμό, που του διαπέρασε τον αυχένα.[5] Ο Ευπείθης αποφασίζει να πάρει εκδίκηση για το θάνατο του γιου του, αλλά σκοτώνεται από το Λαέρτη[6].