Εκλέχτηκε πολλές φορές δημοτικός πάρεδρος και βουλευτήςΠάτρας ενώ ήταν και υποψήφιος δήμαρχος Πατρέων. Ήταν φιλοβασιλικός και αφοσιωμένος στον Όθωνα και τον ακολούθησε στην εξορία[1]. Αποτέλεσε γραφική φιγούρα του ελληνικού κοινοβουλίου, αφού ήταν ο μόνος βουλευτής που φορούσε φουστανέλα για όλη του την ζωή αρνούμενος να φορέσει φράγκικα (κοστούμι, παντελόνι), τα οποία αποτελούσαν πλέον το επίσημο τρόπο ενδυμασίας στην εποχή του[2].
Βιογραφία
Ήταν γιος του Αναστάσιου Στριφτόμπολα από την Κέρτεζη Καλαβρύτων και ανιψιός του οπλαρχηγού του 1821 Αναγνώστη Στριφτόμπολα[3]. Αδέλφια του ήταν ο Περικλής, ο Επαμεινώνδας , η Ασπασία, η Ελένη και η Πραξιθέα[4]. Από μικρή ηλικία εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του στην Πάτρα όπου τελείωσε και τις γυμνασιακές του σπουδές[3]. Στην συνέχεια η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα λόγω διορισμού του πατέρα του ως διευθυντής αστυνομίας[3]. Εκεί ο Αλέξιος λόγω της δουλειάς του πατέρα του συναντήθηκε με τον Όθωνα κι έγινε οπαδός του[3].
Το 1863 ξέσπασε η επανάσταση κατά του Όθωνα ο Στριφτόμπολας ευρισκόμενος στην Πάτρα τον υποστήριξε ανοιχτά και συνελήφθη από αντιοθωνικούς και κρατήθηκε σε ένα πλοίο στο λιμάνι της πόλης[3]. Αργότερα οδηγήθηκε στην Αθήνα και αποφασίστηκε η εξορία του από την χώρα, έτσι έφυγε για το Μόναχο όπου έμεινε τρία χρόνια για να επιστρέψει έπειτα στην Πάτρα[3]. Στο Μόναχο έμεινε κοντά στον εξόριστο Όθωνα και την Αμαλία, ενώ με παρότρυνση του βασιλικού ζεύγους επέστρεψε στην Ελλάδα[4].
Το 1908 αρρώστησε βαριά, έπαθε ημιπληγία στα άκρα[3] και πέθανε την Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου στις 9 το πρωί[4].